Του Τάσου Αβραντίνη*
Επανέρχομαι σήμερα στο ζήτημα της κατ’ οίκον εκπαίδευσης, καθώς πληθαίνουν όλο και περισσότερο οι φωνές ειδικών που εισηγούνται να μην ανοίξουν τα σχολεία λόγω του αναμενόμενου νέου κύματος της πανδημίας του κορονοϊού. Επιπλέον, ασχολούμαι ξανά με το ζήτημα αυτό κυρίως λόγω του πλήθους των σχολίων που έχω λάβει με αφορμή το πρόσφατο άρθρο μου στον «Φιλελεύθερο» με τίτλο «Έφθασε η ώρα της κατ’ οίκον εκπαίδευσης». Οι αποστολείς των σχολίων, μολονότι δεν αμφισβητούν τα καλύτερα μαθησιακά αποτελέσματα της κατ’ οίκον εκπαίδευσης, εκφράζουν σοβαρή επιφύλαξη για το κατά πόσο είναι δυνατή η ομαλή κοινωνικοποίηση των παιδιών έξω από το πλαίσιο του μαζικού σχολείου.
Σχετική με τις παραπάνω επιφυλάξεις είναι μια πρόσφατη εκτενής βιβλιογραφική επισκόπηση που επιμελείται ο Brian D. Ray του φημισμένου στις ΗΠΑ National Home Education Research Institute (NHERI). Σ’ αυτή αποτυπώνει τα ευρήματα των τελευταίων ερευνών σχετικά με την κατ’ οίκον εκπαίδευση.
Εν συντομία, οι έρευνες δείχνουν τα εξής:
α) την έκταση του φαινομένου της κατ’ οίκον εκπαίδευσης και τα δημογραφικά χαρακτηριστικά των γονέων, οι οποίοι επιλέγουν αυτή τη μορφή εκπαίδευσης στις ΗΠΑ,
β) τα κίνητρα που ωθούν τους γονείς στη συγκεκριμένη επιλογή,
γ) τα ακαδημαϊκά αποτελέσματα, αλλά και την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των νέων που εκπαιδεύθηκαν κατ’ οίκον,
δ) τον βαθμό επιτυχίας όσων εκπαιδεύθηκαν κατ’ οίκον στην ενήλικη ζωή τους.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα αυτά:
– Ενώ στα μέσα της δεκαετίας του ’70 οι μαθητές των οποίων οι γονείς είχαν επιλέξει την κατ’ οίκον εκπαίδευση αντιστοιχούσαν στο 0,3% του μαθητικού δυναμικού των ΗΠΑ, το 2012 το αντίστοιχο ποσοστό είχε εκτοξευθεί στο 3,4%.
Το μέσο εισόδημα των γονέων που επιλέγουν για τα παιδιά τους σήμερα την κατ’ οίκον εκπαίδευση αντιστοιχεί στο μέσο εθνικό εισόδημα και το 54% αυτών είναι απόφοιτοι πανεπιστημίων ή κολεγίων. Οι βασικότεροι λόγοι για τους οποίους οι γονείς επιλέγουν την κατ’ οίκον εκπαίδευση είναι: α) η αποφυγή κινδύνων στα συμβατικά σχολεία, όπως η ενδοσχολική βία, οι κλοπές, η σεξουαλική παρενόχληση, τα ναρκωτικά, κ.λπ., β) η επιθυμία της οικογένειας να διαπαιδαγωγήσει τα παιδιά της με βάση τις δικές της ηθικές, φιλοσοφικές και θρησκευτικές αρχές, και γ) η αρνητική αξιολόγηση που οι γονείς κάνουν για το επίπεδο της ποιότητας του εθνικού εκπαιδευτικού συστήματος.
– Στη συντριπτική πλειονότητα των παραπάνω ερευνών (11 στις 14) σε διάφορες χώρες του κόσμου προκύπτει ότι οι μαθητές που εκπαιδεύθηκαν στο σπίτι επιτυγχάνουν υψηλότερες ακαδημαϊκές επιδόσεις σε σχέση με τους μαθητές που φοιτούν σε συμβατικά σχολεία.
– Ακόμη, οι περισσότερες έρευνες (11 στις 16) καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι στην ενήλικη ζωή τους περισσότερο επιτυχημένοι είναι όσοι ως μαθητές εκπαιδεύθηκαν στο σπίτι σε σύγκριση με τους μαθητές που φοίτησαν σε συμβατικά σχολεία (υψηλότερες επιδόσεις στα πανεπιστήμια, ανοχή στην πολιτική διαφορά, ικανοποίηση από τη ζωή, σταδιοδρομία κ.λπ.).
– Το κυριότερο: η κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των μαθητών που εκπαιδεύονται στο σπίτι είναι καλύτερη από εκείνη των μαθητών που πηγαίνουν σε συμβατικά σχολεία. Ειδικότερα, από την επισκόπηση δεκατριών (13) σε σύνολο δεκαπέντε (15) ερευνών, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν σε διάφορες χώρες στον κόσμο και αφορούν την κοινωνική και συναισθηματική ανάπτυξη των παιδιών που εκπαιδεύονται στο σπίτι, προκύπτει ότι η κατ’ οίκον εκπαίδευση υπερτερεί ξεκάθαρα της παραδοσιακής ακόμη και στο «γήπεδο» της τελευταίας. Οι κατ’ οίκον εκπαιδευθέντες μαθητές παρουσιάζουν σε σχέση με τους μαθητές των συμβατικών σχολείων λιγότερα συναισθηματικά προβλήματα, μικρότερη κατανάλωση αλκοόλ, ναρκωτικών και καπνού, ενεργότερη συμμετοχή σε κοινωνικές δράσεις και εκδηλώσεις, σε φιλανθρωπικές οργανώσεις και σωματεία, μεγαλύτερο αυτοέλεγχο, μεγαλύτερη ωριμότητα και μεγαλύτερη συναισθηματική νοημοσύνη.
Κατόπιν αυτών, η τρέχουσα πανδημία είναι ίσως ο λιγότερο σημαντικός λόγος για να θεσμοθετήσει η κυβέρνηση την κατ’ οίκον εκπαίδευση και να αποκαταστήσει έτσι ένα δικαίωμα που δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε αποστερήσει από τους γονείς και τα παιδιά μας.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο του Σαββατοκύριακου 22-23 Αυγούστου.
Ο Τάσος Αβραντίνης είναι δικηγόρος, Πρόεδρος του Ινστιτούτου Δημοσιονομικών Μελετών και μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ. Είναι συγγραφέας του βιβλίου “Εκπαίδευση: ελεύθερη επιλογή ή μια γάτα που γαβγίζει“.
Σχετικά άρθρα