Το λιμάνι της Χίου. Από το βιβλίο του Choiseul-Gouffier «Voyage pittoresque de la Grèce», Παρίσι, 1782 (αναπαραγωγή από το Travelogues του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη).
Του Αριστείδη Χατζή*
«Ο Σπυρίδων Μαυροκορδάτος είχε ανοιχτό μυαλό που αντιστεκόταν στην προσπάθεια της στενόμυαλης εκπαίδευσης να το περιορίσει. Διαμόρφωσε απόψεις που το πυκνό σκοτάδι της άγνοιας αδυνατούσε να εμποδίσει· γιατί το μυαλό του διαπερνούσε αυτό το σκοτάδι. Τη φαντασία του δεν μπόρεσαν να τη συγκρατήσουν τα βαριά δεσμά της προκατάληψης· γιατί πετούσε ελεύθερη απ’ αυτά. Οσο περισσότερο προσπαθούσες να εγκλωβίσεις τις νοητικές του ικανότητες, το μόνο που κατάφερνες ήταν να τις κάνεις πανίσχυρες, καθώς συγκεντρώνονταν και συνέτριβαν με ακόμα μεγαλύτερη δύναμη τα ανεπαρκή δεσμά τους. Επινε μεγάλες γουλιές σοφίας από την καθάρια πηγή της Φιλοσοφίας. Δεν διάβαζε για να παραθέτει ό,τι μάθαινε· συλλογιζόταν, αφομοίωνε. Ετσι οι γνώσεις του ξεπέρασαν κατά πολύ εκείνες της εποχής και της πατρίδας του. Γιατί εκείνη την εποχή η νεότερη Ελλάδα δεν είχε ακόμα χειραφετηθεί από τα δεσμά του σφάλματος και των προλήψεων. Μια χειραφέτηση για την οποία, στη σημερινή, περισσότερο φωτισμένη περίοδο, καμαρώνουν στα πρόσφατα γραπτά τους οι Ψ… και οι Κ…»
Ο Thomas Hope, ο συγγραφέας του «Αναστάσιου», του μυθιστορήματος που έκανε πάταγο όταν κυκλοφόρησε στο Λονδίνο στα τέλη του 1819, με πρωταγωνιστή έναν φιλόδοξο τυχοδιώκτη Ελληνα από τη Χίο, είναι ο συγγραφέας του αποσπάσματος. Ο αριβίστας Αναστάσιος θαυμάζει και σέβεται αυτόν που περιγράφει, τον φίλο και συμπατριώτη του, Σπυρίδωνα Μαυροκορδάτο – ένα φανταστικό πρόσωπο. Εχει μεγάλο ενδιαφέρον να δούμε την επίδραση αυτού του μυθιστορήματος στον τρόπο που αντιμετωπίζουν τους Ελληνες οι αναγνώστες του, ισχυροί πολιτικοί της εποχής, όπως ο Μέτερνιχ, και διάσημοι ποιητές, όπως ο Μπάιρον και ο Σέλεϊ. Θα διακρίνουμε ένα στοιχείο που ο Μέτερνιχ υποβαθμίζει και ο Σέλεϊ επισημαίνει. Την ανάδυση της ελληνικής εθνικής συνείδησης, τη διαμόρφωση του νέου Ελληνα, την εμφάνιση της γενιάς εκείνης που θα πρωταγωνιστήσει στον Αγώνα. Είναι η γενιά του πολιτικού νεοελληνικού διαφωτισμού, που γίνεται ολοένα και πιο ριζοσπαστική και φιλελεύθερη.
Ο Αναστάσιος είναι ο Ελληνας που έχει ενταχθεί πλήρως στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Δεν αμφισβητεί τη νομιμότητα της οθωμανικής κατάκτησης, αντιμετωπίζει με θαυμασμό τους Τούρκους και περιφρονεί τη δουλοπρέπεια των Ελλήνων. Αποφασίζει να γίνει μουσουλμάνος όχι μόνο για να σώσει τη ζωή του σε μια από τις πολλές περιπέτειές του που έχουν άσχημη κατάληξη, αλλά γιατί αντιλαμβάνεται πως μόνο έτσι θα ανελιχθεί για να ικανοποιήσει την άμετρη φιλοδοξία και την ανικανοποίητη ψυχή του. Φαντασιώνεται τον εαυτό του ως πολύτιμο γρανάζι μιας αυτοκρατορίας σε παρακμή μεν, αλλά ακόμα ισχυρής. Γυρίζει όλη τη Μέση Ανατολή ως εκπρόσωπός της, ως μισθοφόρος, ως παρατηρητής. Βέβαια, δεν μπορεί να ξεφύγει εύκολα από τα φαντάσματα των προγόνων του, η μνήμη υπάρχει, αν και βρίσκεται σε χειμερία νάρκη. Θα νιώσει μια-δυο φορές τα τσιμπήματα του εθνισμού, αλλά θα τα καταπνίξει γιατί οι αναγκαιότητες της καθημερινότητας, η φιλοδοξία, ο έρωτας και το χρήμα θα τον αποσπάσουν.
Αυτόν τον τύπο Ελληνα είχε ο Μέτερνιχ στο μυαλό του όταν στο συνέδριο του Λάιμπαχ (όπου είχε απορροφηθεί στις ελεύθερες ώρες του από τον «Αναστάσιο») θα δηλώσει: «Δεν υπάρχουν Ελληνες. Υπάρχουν μόνο χριστιανοί υπήκοοι της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας».
Ομως ο Αναστάσιος, ο ικανός μόνο για να παίζει τον ρόλο του υπηρέτη των τυράννων, ο Ελληνας που ο Μέτερνιχ θεωρεί ότι εκπροσωπεί αυτό τον λαό που αναιδώς επαναστάτησε, δεν θα μπορέσει να ξεπεράσει την καταλυτική επίδραση που του ασκεί η ηθική υπεροχή του Σπυρίδωνα («κλείνω τα μάτια μου και νομίζω ότι ακούω τον φίλο μου»). Η σχέση τους δίνει στον Αναστάσιο ευκαιρίες αναγέννησης, αλλά αυτός τις αντιμετωπίζει πρώτα με δυσφορία και έπειτα με απελπισία. Ο Αναστάσιος δεν μπορεί πια να γίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που έμαθε να είναι. Δεν έχει άλλωστε την ευκαιρία. Γεννήθηκε και πέθανε νωρίς, στο τέλος του 18ου αιώνα. Θα δει τον Σπυρίδωνα για τελευταία φορά στην Τεργέστη, αλλά θα τον αποφύγει γράφοντάς του «είμαι γεμάτος άχρηστους πολύτιμους λίθους, αλλά άδειος σε όλα τα άλλα».
Σε αυτή την ιστορία του τέλους του 18ου αιώνα, ξέφυγε στον Hope αυτή η αποκαλυπτική παράγραφος που διαβάσατε στην αρχή· είναι παράταιρη σε μια διήγηση σε πρώτο πρόσωπο, κάποιου που πέθανε πριν γυρίσει ο αιώνας. Ποιος είναι ο Κ; Μα ποιος άλλος παρά ο Αδαμάντιος Κοραής. Ο Ψ στο αγγλικό κείμενο είναι P, αλλά χρησιμοποιώ το Ψ γιατί ο Αθανάσιος Ψαλίδας ταιριάζει περισσότερο. Στην ώριμη φάση του Διαφωτισμού, γράφει ο Πασχάλης Κιτρομηλίδης, δύο από τους κύκλους που θα σχηματιστούν είναι ο «κύκλος στο Παρίσι γύρω από τον Αδαμάντιο Κοραή και ο άλλος στα Ιωάννινα γύρω από τον Αθανάσιο Ψαλίδα». Για τον Κοραή φαίνεται εύλογο και αναμενόμενο καθώς τον ενώνει με τον Hope το Παρίσι και το Αμστερνταμ. Ο Ψαλίδας όμως; Γράφει ο Henry Holland τόσα πολλά γι’ αυτόν στο βιβλίο του που κυκλοφόρησε το 1815, και σίγουρα διάβασε ο Hope, που δεν είναι απαραίτητο να τον είχε γνωρίσει προσωπικά – αν και ο Ψαλίδας είχε ταξιδέψει αρκετά. Είναι άλλωστε φανερό ότι ο Hope έχει επηρεαστεί στην παραπάνω παράγραφο από όσα λέει ο ίδιος ο Ψαλίδας στον Holland: «Οι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων έχουν τη δυνατότητα και την ευκαιρία να γίνουν κι αυτοί μεγάλοι. Ισως να έρθει η μέρα που θα διεκδικήσουν ό,τι τους ανήκει». Τα είπε αυτά με ένα ύφος σκληρού σαρκασμού, σχολιάζει ο Holland, και προσθέτει: «Παρά τον πολιτικό τους ξεπεσμό, οι Ελληνες έχουν, όταν μιλούν για τα θέματα αυτά, μια μεγάλη εθνική έπαρση. Οφείλεται βέβαια στους προγόνους τους αλλά και στην αίσθηση της πνευματικής ανωτερότητας που έχουν έναντι των Τούρκων».
Ο πολυταξιδεμένος Hope δεν είχε ανάγκη το βιβλίο του Holland για να παρατηρήσει αυτό που οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν ήδη και που περιγράφει γλαφυρά η συντηρητική γαλλική εφημερίδα Gazette de France στις 14 Απριλίου 1821: «Εδώ και μερικά χρόνια έχει συμβεί κάτι εξαιρετικό στην Ελλάδα. Κάθε άνοιξη πολλοί νεαροί Ελληνες μεταναστεύουν στη Δύση για να σπουδάσουν στα πανεπιστήμια της Γερμανίας και της Ιταλίας. Σπουδάζουν με ζήλο και επιμονή. Επιδεικνύουν ένα σπάνιο ταλέντο στην επιχειρηματολογία και στον παραγωγικό συλλογισμό, κάτι που θυμίζει τις φιλοσοφικές σχολές της Αρχαίας Ελλάδας. Πολλοί συνεχίζουν τις σπουδές τους στο Παρίσι και στο Λονδίνο. Εκεί έρχονται σε επαφή με τους φιλελεύθερους που τους στρατολογούν και ορισμένες φορές τούς καλύπτουν και τα δίδακτρα. Επιστρέφουν στην πατρίδα τους εμφορούμενοι από υψηλές ιδέες για την αρχαία της δόξα και με συσσωρευμένη αγανάκτηση για τα δεινά που αυτή έχει υποστεί. Θεωρούν αναγκαίο να ξεκινήσει μια βίαιη επανάσταση, τώρα, χωρίς καθυστέρηση!»
Το άγνωστο κείμενο του Hope μάς βοηθάει να διακρίνουμε αυτή την εξέλιξη και είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που την εντοπίζει και την αποτυπώνει ένας Βρετανός. Ενας άλλος Βρετανός, ο Σέλεϊ, συμπυκνώνει αυτό που ο Μέτερνιχ δεν μπόρεσε και δεν ήθελε να δει: «Το θαυμάσιο μυθιστόρημα “Αναστάσιος” περιέγραψε βέβαια με ακρίβεια τη συμπεριφορά των Ελλήνων της εποχής που διαδραματίζεται, αλλά από τότε οι αλλαγές στην Ελλάδα είναι πολύ σημαντικές. Ο ανθός της νεολαίας της σπουδάζει στην Ευρώπη και μεταφέρει στους συμπατριώτες του τις πιο σύγχρονες ιδέες βελτίωσης των κοινωνιών, ιδέες που βασίζονται σε εκείνες των προγόνων τους».
Βρείτε το άρθρο στην kathimerini.gr
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 14.2.2021 και αποτελεί μέρος της σειράς άρθρων για την Επανάσταση του 1821, στο πλαίσιο της συνεργασίας του ΚΕΦίΜ με την εφημερίδα με αφορμή το εκπαιδευτικό προγράμμα : «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση». Μάθετε περισσότερα εδώ.
Το προηγούμενο άρθρο της σειράς, με τίτλο “Αναζητώντας την ελληνική ταυτότητα”, μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Σχετικά άρθρα