Του Γιώργου Αρχόντα*
Πάνω από 8 στα 10 μέλη του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων του ΚΕΦίΜ πιστεύουν πως, ανεξαρτήτως της τελικής διάρκειας που θα έχει η τρέχουσα πανδημική κρίση, η Ευρωζώνη οφείλει να εξετάσει μια μονιμότερη αλλαγή των δημοσιονομικών της κανόνων προκειμένου να ενισχυθεί η βιωσιμότητα και η συνοχή της καθώς και η δυνατότητα ανταπόκρισής της σε έκτακτες συνθήκες.
Στην Ερώτηση του Πάνελ για τον Δεκέμβριο απάντησαν συνολικά 35 Ελληνίδες και Έλληνες οικονομολόγοι. Εξ αυτών, το 83% θεωρεί αναγκαία την αλλαγή των ευρωπαϊκών δημοσιονομικών κανόνων, ενώ την αντίθετη άποψη υποστηρίζει το 14%. Μεταξύ των δύο επιλογών τοποθετήθηκε μόλις το 3% των απαντησάντων.
Από την πλευρά όσων υποστηρίζουν την αλλαγή των κανόνων, τα μέλη του Πάνελ στα επεξηγητικά τους σχόλια, τα οποία είναι πλήρως διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του ΚΕΦίΜ, ξεκινούν με την υπογράμμιση της καθολικής ανάγκης για ορισμό νέων κριτηρίων βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας για τις οικονομίες του πλανήτη. Ειδικά άλλωστε σε ό,τι αφορά τις χώρες της ευρωζώνης, με το χρέος να ξεπερνάει σήμερα το 100% του ΑΕΠ στις περισσότερες από αυτές, η προβλεπόμενη μείωση της διαφοράς από το μέγιστο επιτρεπτό 60% του ΑΕΠ κατά 1/20 το χρόνο θα προϋπόθετε μη ρεαλιστικά πρωτογενή πλεονάσματα. Σε ό,τι αφορά τον προσανατολισμό που πρέπει να έχουν αυτοί οι νέοι δημοσιονομικοί κανόνες, μεταξύ άλλων αναφέρθηκαν στις απαντήσεις ως στόχοι η ενίσχυση της ευελιξίας και της αντικυκλικότητας ώστε να υπάρχει η ευχέρεια διαχείρισης έκτακτων καταστάσεων, η αντιμετώπιση των ανισορροπιών που απειλούν τη συνοχή της ΕΕ, η εισαγωγή προβλέψεων που θα επιτρέπουν την εξέταση των κρατικών ελλειμμάτων και χρεών σε συνδυασμό με τα εξωτερικά και τραπεζικά χρέη, καθώς και η εισαγωγή αλλαγών στη χρηματοπιστωτική εποπτεία ώστε οι αγορές να αποτιμούν αποτελεσματικότερα τους κινδύνους στα κρατικά ομόλογα.
Αντιθέτως, από την άλλη πλευρά υπογραμμίζεται η ανάγκη η ΕΚΤ να επαναφέρει εγκαίρως και αποτελεσματικά την ευρωζώνη στο καθεστώς νομισματικής υγείας μετά την πάροδο της πανδημίας. Αυτό πιθανότατα θα σημάνει για την Ελλάδα περιορισμό των δημοσιονομικών ελλειμμάτων και εφαρμογή κανόνων για δημοσιονομικά πλεονάσματα, γεγονός που καθιστά κρίσιμη την αποτελεσματική αξιοποίηση των διαθέσιμων σήμερα πόρων για την ενίσχυση της ανάπτυξης. Επίσης, τονίζεται ότι στην τρέχουσα συγκυρία, όπου η Ευρώπη καλείται να διαχειριστεί επιτακτικά ζητήματα όπως η ηγεσία της μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου, η κοινή άμυνα και η εξωτερική πολιτική, δεν θα ήταν σκόπιμο να ανοίξουν νέες πληγές από μια ακόμη, μακρά και δύσκολη διαπραγμάτευση των δημοσιονομικών κανόνων.
Σε κάθε περίπτωση, η διαπίστωση της ανάγκης για αλλαγή των κανόνων, δεν συνεπάγεται συναίνεση ως προς την κατεύθυνση αυτής της αλλαγής. Εφόσον τελικά ανοίξει ευρύτερα αυτή η συζήτηση στο πλαίσιο της ευρωζώνης, το περιεχόμενο και το ύφος των διαπραγματεύσεων καθώς και η τελική τους κατάληξη αναμένεται ότι θα έχουν μεγάλο ενδιαφέρον.
Ο Γιώργος Αρχόντας είναι μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ και υπεύθυνος του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στην Καθημερινή την Τρίτη 2 Ιανουαρίου 2022 και μπορείτε να το βρείτε διαδικτυακά στην kathimerini.gr.
Σχετικά άρθρα