Του Γιώργου Αρχόντα*
Οκτώ στα δέκα μέλη του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων του ΚΕΦίΜ υποστηρίζουν τη μείωση της προοδευτικότητας στη φορολόγηση και στις εισφορές επί της μισθωτής εργασίας, της πρακτικής δηλαδή μεγαλύτερα εισοδήματα να επιβαρύνονται με υψηλότερους συντελεστές.
Στην Ερώτηση του Πάνελ για τον Δεκέμβριο, που αντλεί την έμπνευσή της από τη σχετική σύσταση της έκθεσης Πισσαρίδη για μείωση των επιβαρύνσεων στη μισθωτή εργασία, απάντησαν συνολικά 45 Ελληνίδες και Έλληνες οικονομολόγοι. Το 80% αυτών προκρίνει την περαιτέρω μείωση της προοδευτικότητας στη φορολογική κλίμακα και τις εισφορές επί της μισθωτής εργασίας, ενώ το 14% διαφωνεί. Μεταξύ των δύο επιλογών τοποθετήθηκε το 7% των απαντησάντων. (Τα παραπάνω ποσοστά αθροίζουν 101 λόγω στρογγυλοποίησης).
Τα μέλη του Πάνελ στα επεξηγητικά τους σχόλια, τα οποία είναι πλήρως διαθέσιμα στην ιστοσελίδα του ΚΕΦίΜ, υπογραμμίζουν τα εξής βασικά σημεία:
Όσοι προκρίνουν τον περιορισμό της φορολογικής προοδευτικότητας, υποστηρίζουν ότι έτσι θα δημιουργηθούν ισχυρότερα κίνητρα για ενίσχυση των επενδύσεων και ανάπτυξη καθώς και για προσλήψεις εξειδικευμένου προσωπικού, τα χαμηλά επίπεδα των οποίων είναι ένας από τους κύριους λόγους του κύματος μετανάστευσης νέων και ικανών Ελληνίδων και Ελλήνων στο εξωτερικό. Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρεται ότι αυτά τα μεσοπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα μπορούν να υπερσκελίσουν την πρόσκαιρη μείωση των φορολογικών εσόδων.
Από την άλλη πλευρά, οι διαφωνούντες ως επί το πλείστον τονίζουν ότι η φορολογική προοδευτικότητα είναι απαραίτητο εργαλείο κοινωνικής πολιτικής, ιδίως δεδομένου του ότι η Ελλάδα κατατάσσεται σήμερα μεταξύ των 5 ευρωπαϊκών χωρών με τα υψηλότερα επίπεδα οικονομικής ανισότητας, ενώ σε ό,τι αφορά τη φορολόγηση ατομικού εισοδήματος η χώρα ήδη συγκαταλέγεται μεταξύ των 10 ανταγωνιστικότερων μελών του ΟΟΣΑ. Επισημαίνεται επίσης ότι η προοδευτική φορολόγηση που εφαρμόζεται στη Βόρεια Ευρώπη δεν εμποδίζει εκεί την επίτευξη υψηλών οικονομικών επιδόσεων. Τέλος, εκφράζεται ο προβληματισμός για τη δυνατότητα κάλυψης του κενού στα έσοδα που θα δημιουργήσει τυχόν εξομάλυνση της προοδευτικότητας.
Ανεξάρτητα από την τοποθέτησή τους στο συγκεκριμένο ερώτημα, τα μέλη του Πάνελ επισημαίνουν την ανάγκη βελτίωσης των επιδόσεων της χώρας σε πεδία που επηρεάζουν την ανάπτυξη και την προσέλκυση ταλέντων (για παράδειγμα, στην απλούστευση του φορολογικού συστήματος και ευρύτερα του νομικού πλαισίου, την επιτάχυνση της απονομής δικαιοσύνης, τη βελτίωση του συστήματος υγείας). Ακόμη, συμμερίζονται σε μεγάλο βαθμό την ανάγκη περιορισμού της λεγόμενης «φορολογικής σφήνας», της απόκλισης δηλαδή ανάμεσα στο εργατικό κόστος για τον εργοδότη και στην καθαρή αμοιβή του εργαζόμενου, με τρόπο όμως που θα διαφυλάσσει τη δημοσιονομική σταθερότητα.
Ο Γιώργος Αρχόντας είναι μέλος του Επιστημονικού Συμβουλίου του ΚΕΦίΜ και υπεύθυνος του Ελληνικού Πάνελ Οικονομολόγων.
To άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή την Τρίτη 5 Ιανουαρίου και μπορείτε να το βρείτε διαδικτυακά στην kathimerini.gr.
—
Το Ελληνικό Πάνελ Οικονομολόγων είναι μια πρωτοβουλία του ΚΕΦίΜ που έχει ως στόχο την καταγραφή και ανάδειξη των απόψεων κορυφαίων Ελληνίδων και Ελλήνων οικονομολόγων επί κρίσιμων θεμάτων οικονομικής πολιτικής. Στο Πάνελ συμμετέχουν 76 οικονομολόγοι από 59 πανεπιστήμια και φορείς που εδράζουν σε 11 χώρες. Μπορείτε να δείτε αναλυτικά τον κατάλογο των συμμετεχόντων, τις απαντήσεις τους στις μηνιαίες ερωτήσεις και τα επεξηγητικά τους σχόλια, καθώς και απαντήσεις σε συχνές ερωτήσεις για το Πάνελ στην ιστοσελίδα του ΚΕΦίΜ, kefim.org.
Σχετικά άρθρα