Εξώφυλλο: Πορτρέτο του Κλέμενς φον Μέτερνιχ, που ολοκλήρωσε ο μεγάλος Βρετανός καλλιτέχνης Τόμας Λόρενς στα πρώτα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης.
Του Αριστείδη Χατζή*
Στις 7 Ιουλίου του 1824 ένας πράκτορας του Μέτερνιχ συναντήθηκε με έναν από τους ηγέτες της Ελληνικής Επανάστασης. Ο ιππότης Χάουενσιλντ είχε αποστολή να προσεγγίσει τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Ο επίσημος ρόλος του Χάουενσιλντ ήταν πρόξενος της Αυστρίας στα Ιόνια, αλλά πριν αναλάβει τη θέση στην Κέρκυρα (που θα περιόριζε τις κινήσεις και τις επαφές του), έφθασε στη Ζάκυνθο και από εκεί ζήτησε να συναντήσει τον Ελληνα πολιτικό στο Βασιλάδι, το νησάκι της λιμνοθάλασσας του Μεσολογγίου. Ο Μαυροκορδάτος αποδέχθηκε την πρόσκληση και ενημέρωσε αναλυτικά την ελληνική επαναστατική κυβέρνηση για τη συζήτηση, την αμέσως επόμενη ημέρα. Η απόρρητη έκθεση του Μαυροκορδάτου έχει διασωθεί και δημοσιεύθηκε στο Αρχείο του.
Ο Μαυροκορδάτος άκουσε με έκπληξη τον Χάουενσιλντ να τον ενημερώνει ότι ο Γκεντς, το δεξί χέρι του Μέτερνιχ, είχε διαβάσει το υπόμνημα που ο Μαυροκορδάτος είχε γράψει το 1820 για να πείσει τους Ευρωπαίους ότι η πτώση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν αναπόφευκτη και η μόνη δυνατότητα ανάσχεσης της ρωσικής επεκτατικότητας στα Βαλκάνια ήταν η δημιουργία ενός ισχυρού ελληνικού κράτους με δυτικό προσανατολισμό. Οι Αυστριακοί αναγνώριζαν το λάθος τους, δεν είχαν εκτιμήσει σωστά την κατάσταση, υπερεκτίμησαν την ισχύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Μέτερνιχ ήταν έτοιμος να αναγνωρίσει την Ελληνική Επανάσταση και προσκαλούσε τον Μαυροκορδάτο για μυστικές διαπραγματεύσεις στη βόρεια Ιταλία. Αν αυτό δεν ήταν εφικτό, εναλλακτικά, θα μπορούσε ο Γκεντς να συναντηθεί με έναν σοβαρό και αξιόπιστο εκπρόσωπο των Ελλήνων.
Το εδαφικό
Ο Μαυροκορδάτος απάντησε στον Χάουενσιλντ ότι η ελληνική κυβέρνηση θα συζητούσε ευχαρίστως με την Αυστρία, αλλά έπρεπε ο Μέτερνιχ να καταλάβει ότι καμία συνεννόηση με τους Τούρκους δεν ήταν πλέον δυνατή. «Θέλουμε την ανεξαρτησία και την εθνική μας ύπαρξη», του τόνισε. Ο Χάουενσιλντ τον διαβεβαίωσε ότι ο Μέτερνιχ το γνώριζε, αλλά η Αυστρία προσανατολιζόταν στην αναγνώριση μιας μικρής Ελλάδας που θα περιλάμβανε την Πελοπόννησο και τα νησιά, όχι όμως τη Ρούμελη. Με έναν επιπλέον όρο: η Ελλάδα δεν θα έπρεπε να είναι δημοκρατική.
Ο Μαυροκορδάτος υπεξέφυγε στο θέμα του πολιτεύματος, αλλά παρέμεινε αδιάλλακτος στο εδαφικό. Ολοκλήρωσε με ένα ρητορικό σχήμα που ενόχλησε τον συνομιλητή του: «Εκτιμώ τον Μέτερνιχ και λυπάμαι όταν τον βλέπω να εμφανίζεται ως επικεφαλής των φίλων του Κορανίου, εναντίον χριστιανών. Εχει ευκαιρία τώρα να ξεκαθαρίσει τη θέση του. Δεν έχουμε να μοιράσουμε τίποτε με την Αυστρία, αντίθετα μπορούμε να ωφεληθούμε και οι δύο από το εμπόριο μεταξύ μας».
Μαζί με τη λεπτομερή αναφορά στο Εκτελεστικό, ο Μαυροκορδάτος έστειλε επιστολή στον πρόεδρό του, τον Γεώργιο Κουντουριώτη, στην οποία τόνιζε ότι ο δίαυλος με την Αυστρία έπρεπε να παραμείνει οπωσδήποτε ανοικτός. Δεν εμπιστευόταν τον Μέτερνιχ, αλλά εκτιμούσε πως η Αυστρία, έχοντας μείνει πίσω στην επιρροή της στην Ελλάδα σε σχέση με τις άλλες δυνάμεις, προσπαθούσε τώρα να αναπληρώσει το χαμένο έδαφος. Πρότεινε, μάλιστα, να μεταβεί στην Ιταλία ο συνεργάτης του, Σπυρίδων Τρικούπης, για να συναντήσει τον Γκεντς. Η κυβέρνηση όμως αδιαφόρησε, απασχολημένη με την εσωτερική πολιτική σύγκρουση, παρά τις συνεχείς οχλήσεις του Μαυροκορδάτου, που τελικώς αποφάσισε να γράψει ο ίδιος στον Γκεντς. Ομως αυτός απάντησε με ψυχρότητα: «Παρά τα θετικά αισθήματα προς τους Έλληνες, η πολιτική της Αυστρίας ακολουθεί την αρχή της διεθνούς νομιμότητας». Τι είχε αλλάξει; Ο Ιμπραήμ είχε ήδη αποβιβαστεί με επιτυχία στη Μεσσηνία και είχε συντρίψει τον ελληνικό στρατό. Η σκλήρυνση της αυστριακής πολιτικής ήταν αναμενόμενη. Όμως η επαφή με τον Γκεντς δεν πήγε χαμένη, όπως θα δούμε στη συνέχεια.
Ο Μαυροκορδάτος, άλλωστε, δεν άφηνε καμία ευκαιρία συμμαχίας ανεκμετάλλευτη: από τον Πάπα και τις ΗΠΑ μέχρι τους Τουρκαλβανούς, τους Μαυροβούνιους και τους Σέρβους. Στο προηγούμενο σημείωμα είδαμε ότι μετά την άνοδο του Κάνιγκ αντιλήφθηκε ότι η Βρετανία αποτελούσε πλέον τον πιο αξιόπιστο σύμμαχο και επιχείρησε να εξασφαλίσει τη στήριξη των Βρετανών, χωρίς, όμως, την αποκλειστική σύνδεση μαζί τους. Γι’ αυτό και αντιμετώπισε με δυσπιστία την αίτηση προστασίας προς την Αγγλία που ετοίμασε ο Διονύσιος Ρώμας και προώθησε ο Κολοκοτρώνης. Όμως, αν και δεν συμφωνούσε, προσπάθησε να τη χειριστεί προς όφελος της Ελλάδας.
Στα Γενικά Αρχεία του Κράτους έχουν διασωθεί οι ανεπίσημες (αδημοσίευτες) οδηγίες του προς τον Σπυρίδωνα Σκούφο, γραμμένες στα μέσα Μαρτίου του 1825, καθώς ο Ιμπραήμ προελαύνει. Ο Σκούφος θα αναλάμβανε μυστικός «πράκτορας» των ελληνικών συμφερόντων στη Ρωσία. Σε αυτό το πολύ ενδιαφέρον κείμενο, ο Μαυροκορδάτος διαγράφει τους άξονες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής όπως ο ίδιος τους είχε διαμορφώσει: εθνική ανεξαρτησία, ρεαλισμός, έμφαση στα αμοιβαία οικονομικά συμφέροντα, αξιοποίηση ομογενών. Η εντολή στον Σκούφο ήταν να ακολουθήσει πιστά τις οδηγίες του Αλέξανδρου Στούρτζα και να χρησιμοποιήσει τα κοινωνικά δίκτυα των Ελλήνων χωρίς να τους εκθέσει.
Από το 1822 ο Μαυροκορδάτος προσπαθεί να πείσει τους Ευρωπαίους ότι η Ελληνική Επανάσταση δεν είναι φιλελεύθερη (αν και ο ίδιος τη μετατρέπει σε τέτοια) και πως οι Ελληνες δεν είναι πιόνια των Ρώσων. Πείθει πρώτα την Αγγλία του Κάνινγκ. Ακολουθεί η συντηρητική Ρωσία που, για να προλάβει τους Άγγλους, αναγκάζεται να εγκαταλείψει το αρχικό της σχέδιο για μια διασπασμένη Ελλάδα τριών αυτόνομων, υποτελών στον σουλτάνο, ηγεμονιών υπό την επιρροή της. Η Γαλλία μπαίνει κι αυτή στο παιχνίδι του ανταγωνισμού επιρροής στην Ελλάδα. Απομένει η Αυστρία.
Πειστικά επιχειρήματα
Ο Μαυροκορδάτος έμαθε πολύ αργότερα τα αποτελέσματα της επιχειρηματολογίας του προς τον Χάουενσιλντ, τον Γκεντς και τελικώς τον Μέτερνιχ. Ο τελευταίος, ήδη από τις αρχές του 1825, είχε διαμορφώσει την πολιτική του με κυνισμό: οι Έλληνες πρέπει να υποταχθούν με κάθε τρόπο. Αν, όμως, αποτύχει ο Ιμπραήμ, τότε μία λύση απομένει. Πλήρης ανεξαρτησία, για να αποφευχθεί η ρωσική επιρροή σε ένα αδύναμο αυτόνομο κρατίδιο. Στις 13 Μαρτίου 1825 ο Αυστριακός εκπρόσωπος του Μέτερνιχ έριξε τη βόμβα στη συνδιάσκεψη της Πετρούπολης: «Η κυβέρνησή μας, για να βοηθήσει να ξεπεραστούν τα εμπόδια στην επίλυση του ελληνικού ζητήματος, είναι έτοιμη να κάνει τη μεγάλη υπέρβαση: να αναγνωρίσει άμεσα την ανεξαρτησία των Ελλήνων». Ο Αυστριακός διπλωμάτης Αντον Πρόκες φον Οστεν (ο πρώτος πρέσβης της Αυστρίας στην Ελλάδα) περιγράφει τη σκηνή: «Οταν έγινε αυτή η δήλωση, ο κόμης Νέσελροντ [ο Ρώσος υπουργός Εξωτερικών] έμεινε για πολύ ώρα άναυδος. Όταν συνήλθε, εξέφρασε την απορία του: πώς προέκυψε αυτή η ιδέα από την Αυστρία, το κράτος που από την αρχή ήταν αντίθετο στις επαναστάσεις και τους κινδύνους που δημιουργούν;». Ο θορυβημένος αμήχανος Ρώσος προειδοποίησε ότι ποτέ ο σουλτάνος δεν θα αποδεχόταν ελληνική ανεξαρτησία.
Ο Αυστριακός διπλωμάτης όμως ήταν αφοπλιστικός στην απάντησή του: Η Ελληνική Επανάσταση διαφέρει από τις άλλες. Επιπλέον, ένα νέο ελληνικό κράτος θα προσφέρει και εμπορικές ευκαιρίες στις μεγάλες δυνάμεις. Η εξωτερική πολιτική του Αλέξανδρου Μαυροκορδάτου από το 1820 μέχρι και την εισβολή του Ιμπραήμ απέδιδε τους καρπούς της. Ακόμα και οι εχθροί της Ελλάδας αντιλαμβάνονταν ότι προσέφερε τη μόνη ρεαλιστική εναλλακτική, καθώς η αντοχή των Ελλήνων ξεπερνούσε κάθε προσδοκία.
Βρείτε το άρθρο στην kathimerini.gr
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή, στις 02.08.2020 και αποτελεί το δωδέκατο της σειράς άρθρων για την Επανάσταση του 1821, στο πλαίσιο της συνεργασίας του ΚΕΦίΜ με την εφημερίδα με αφορμή το εκπαιδευτικό προγράμμα : «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση». Μάθετε περισσότερα εδώ.
Σχετικά άρθρα