Το Ελληνικό Σύνταγμα περιέχει ένα άρθρο βαθιά συντηρητικό, το διαβόητο άρθρο 16. Είναι το άρθρο που, μεταξύ των άλλων, απαγορεύει την ίδρυση ιδιωτικών ιδρυμάτων ανώτατης εκπαίδευσης. Πρόκειται για ένα άρθρο που εκφράζει τις πιο αντιδραστικές αντιλήψεις του μετεμφυλιακού κράτους καθώς η ιδεολογία που εκφράζει διαμορφώθηκε την περίοδο 1948-1973. Δυστυχώς, παρά τη δημοκρατική νομιμοποίηση που του προσέδωσε το Σύνταγμα του 1975, παραμένει ένα άρθρο που συνδέεται με την πατερναλιστική εθνικόφρονα μεταπολεμική δεξιά. Ένα άρθρο που υπερασπίζεται σήμερα η εξίσου πατερναλιστική οπισθοδρομική αριστερά.
Το άρθρο αυτό θα πρέπει να αναθεωρηθεί το συντομότερο δυνατό, σύμφωνα βέβαια με τη διαδικασία που προβλέπει το Σύνταγμά μας. Για τους λόγους που θα εξηγήσω αμέσως.
[Στο κείμενο αυτό θα υποστηρίξω την ίδρυση μη κρατικών και μη κερδοσκοπικών ΑΕΙ γιατί αυτό που προέχει τώρα είναι να εξασφαλιστεί η συναίνεση του πολιτικού και πνευματικού κόσμου και όχι ο ανεδαφικός μαξιμαλισμός.]
Θεωρώ ότι τα σημαντικότερα επιχειρήματα είναι τα εξής:
1. Η απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων στην Ελλάδα αποτελεί ταυτόχρονα μια κολοσσιαία θεσμική ανωμαλία και μια παγκόσμια θλιβερή πρωτοτυπία. Ο περιορισμός αυτός προσβάλλει κατάφωρα την ακαδημαϊκή ελευθερία αλλά επίσης την ελευθερία του λόγου και της έκφρασης – και όχι μόνο. Είναι ανήκουστο να διατηρεί το κράτος το μονοπώλιο στην ανώτατη εκπαίδευση και να απαγορεύει τον ανταγωνισμό.
2. Η απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων έχει οδηγήσει σε σοβαρές στρεβλώσεις. Μια από αυτές είναι η μετατροπή του πανεπιστημίου σε αναδιανεμητικό μηχανισμό υπέρ των οικονομικά ισχυρών που υπερεκπροσωπούνται (σπουδάζοντας δωρεάν) στα μεγάλα ΑΕΙ και στις περιζήτητες σχολές (Νομική, Ιατρική, Πολυτεχνείο) γιατί μπορούν να πληρώσουν καλά φροντιστήρια και ακριβά ιδιαίτερα. Μια άλλη στρέβλωση είναι η ανάδυση μονοπωλιακής νοοτροπίας που οδηγεί σε περιορισμούς της προσφοράς με σκοπό τη διατήρηση αυτής της μονοπωλιακής θέσης που έχει σαφέστατο αντίκρισμα στην αγορά των σχετικών υπηρεσιών. Ο απαράδεκτα μεγάλος αριθμός φοιτητών στα αμφιθέατρα δεν οφείλεται μόνο στη διαχρονική πελατειακή λογική του ελληνικού κράτους αλλά και σε συγκεκριμένες επιλογές μέρους της ακαδημαϊκής κοινότητας που συχνά δημιουργεί εμπόδια στην είσοδο (barriers to entry) σε νέους επιστήμονες και απεχθάνεται τον ανταγωνισμό που απειλεί τα προνόμιά της.
3. Η απαγόρευση των ιδιωτικών πανεπιστημίων έχει μεγάλο κόστος για τη χώρα. Ενδεικτικά αναφέρω τρία είδη κόστους:
– Κόστος σε ανθρώπινο κεφάλαιο. Γενιές ολόκληρες Ελλήνων νέων επιστημόνων υποχρεώθηκαν να μεταναστεύσουν γιατί είτε το αποτυχημένο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα δεν τους προσέφερε τις επαγγελματικές και επιστημονικές ευκαιρίες που άξιζαν ή ακόμα χειρότερα συνάντησαν αυτά τα εμπόδια στην είσοδο που περιγράψαμε παραπάνω.
– Οικονομικό κόστος. Εκατοντάδες χιλιάδες Έλληνες έχουν σπουδάσει και θα συνεχίσουν να σπουδάζουν στο εξωτερικό γιατί το στρεβλό αυτό σύστημα τους εμποδίζει να σπουδάσουν στη χώρα τους, αν και οι περισσότεροι θα το επιθυμούσαν. Επιπλέον η Ελλάδα έχει πληρώσει υπέρογκα ποσά σε πρόστιμα για την απαράδεκτη πολιτική αναγνώρισης της ισοτιμίας των πτυχίων που παραμένει προβληματική μέχρι και σήμερα.
– Κόστος στην ποιότητα της διδασκαλίας και της έρευνας. Η ουσιαστική ανυπαρξία ανταγωνισμού έχει οδηγήσει στη γνωστή παθογένεια πού είναι εξωτερική και εσωτερική. Αρκεί να περάσει κανείς έξω από ένα, οποιοδήποτε, ελληνικό ΑΕΙ για να αντιληφθεί την αθλιότητα που εξασφαλίζει το κρατικό μονοπώλιο. Γενιές φοιτητών έχουν σπουδάσει σε χώρους βρώμικους, άσχημους και επικίνδυνους. Χώρους που η ακαδημαϊκή ελευθερία περιορίζεται από επαγγελματίες τραμπούκους και ελέγχεται από κομματικούς μεσάζοντες. Όμως η χειρότερη μορφή παθογένειας έχει να κάνει με νοοτροπίες και συμπεριφορές: συχνά φεουδαρχικές, συντηρητικές, «δημοσιοϋπαλληλικές», φοβικές, αυταρχικές, αντιμεταρρυθμιστικές.
4. Τι θα προσφέρουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια; Κυρίως ανταγωνισμό. Ο ανταγωνισμός (υπό κρατική εποπτεία και ένα αποτελεσματικό ρυθμιστικό περιβάλλον) θα βελτιώσει οπωσδήποτε τα δημόσια ΑΕΙ, εφόσον γίνουν πραγματικά αυτοδιοικούμενα. Τα δε ιδιωτικά, από τη φύση τους, θα είναι πιο καινοτόμα, περισσότερο φιλικά στους χρήστες των εκπαιδευτικών υπηρεσιών και κυρίως θα δώσουν πολλές ευκαιρίες. Δείτε το παράδειγμα της Κύπρου που επέτρεψε τη λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων πριν 12 χρόνια, κάτι που οδήγησε σε αλματώδη άνοδο του αριθμού των θέσεων εργασίας, του αριθμού των ξένων φοιτητών και βέβαια συνέβαλε στην οικονομική ανάπτυξη. Οι δε μακροπρόθεσμες θετικές συνέπειες θα είναι ακόμα πιο εντυπωσιακές. Δείτε επίσης τα κορυφαία ιδιωτικά πανεπιστήμια που λειτουργούν στην Ιταλία, την Ισπανία και στην Τουρκία (με πολλούς Έλληνες φοιτητές και καθηγητές). Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν αδυναμίες – τίποτε δεν λειτουργεί τέλεια. Αλλά τα θετικά χαρακτηριστικά τους είναι πολλαπλάσια των αδυναμιών τους.
5. Δεν θα δημιουργήσουν τα ιδιωτικά πανεπιστήμια φοιτητές δύο ταχυτήτων; Οι δύο διαφορετικές ταχύτητες στην εκπαίδευση όμως ήδη υπάρχουν, καθώς από το οικογενειακό εισόδημα/περιουσία εξαρτώνται η είσοδος στο πανεπιστήμιο (και μάλιστα σε τμήμα με υψηλές βάσεις), η ταχύτητα ολοκλήρωσης των σπουδών, η συνέχιση των σπουδών σε μεταπτυχιακό επίπεδο και οι σπουδές στο εξωτερικό. Αντίθετα τα ιδιωτικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα θα προσφέρουν ευκαιρίες σε στρώματα της ελληνικής κοινωνίας που μέχρι σήμερα είχαν μόνο μια επιλογή καθώς το κόστος των σπουδών στο εξωτερικό ήταν απαγορευτικό. Η αύξηση της προσφοράς θα μειώσει συνολικά το κόστος των σπουδών σε όλα τα επίπεδα εκπαίδευσης και επιπλέον θα ωφελήσει διπλά λόγω της βελτίωσης της ποιότητας των υπηρεσιών (όχι μόνο των ακαδημαϊκών αλλά και συνολικά της πανεπιστημιακής εμπειρίας).
6. Πώς μπορούμε να εξασφαλίσουμε ταυτόχρονα τη βελτίωση της ποιότητας των δημόσιων πανεπιστημίων και τη δυνατότητα ακόμα και των οικονομικά ασθενέστερων να σπουδάζουν στα ιδιωτικά; Με έναν πολύ απλό τρόπο. Το κράτος αντί να χρηματοδοτεί άμεσα τα δημόσια πανεπιστήμια θα δίνει απευθείας (σε μορφή κουπονιών ανώτατης εκπαίδευσης) τα χρήματα που δαπανά σήμερα ανά φοιτητή στους ίδιους τους ενδιαφερόμενους. Καθώς θα έχουν πλέον δίδακτρα όλα τα πανεπιστήμια (δημόσια και ιδιωτικά), θα πρέπει να προσελκύουν τις φοιτήτριες και τους φοιτητές που θα επιλέγουν σε ποιο ίδρυμα και σε ποια σχολή ή τμήμα θα σπουδάσουν, πληρώνοντας τα δίδακτρα με το κουπόνι που θα λάβουν. Αυτό το σύστημα έχει πολλά και σημαντικά πλεονεκτήματα: (α) εξασφαλίζει το καλύτερο ταίριασμα πανεπιστημιακών τμημάτων και φοιτητών, (β) εξασφαλίζει τον ανταγωνισμό και διαλύει θεσμικές σκληρώσεις και μονοπωλιακές συμπεριφορές, (γ) είναι κοινωνικά δικαιότερο καθώς εξασφαλίζει μεγαλύτερη ισότητα ευκαιριών και μακροπρόθεσμα μεγαλύτερη κινητικότητα και (δ) μειώνει τη γραφειοκρατική και διοικητική σπατάλη.
7. Είναι έτοιμη η ελληνική κοινωνία να δεχτεί τα ιδιωτικά πανεπιστήμια; Είναι εδώ και καιρό όπως δείχνουν διάφορες δημοσκοπήσεις. Το ποσοστό όσων συμφωνούν ξεπερνά πλέον το 60% και συνεχίζει να αυξάνεται. Αλλά και μεγάλο μέρος της πνευματικής και πολιτικής ελίτ έχει αναθεωρήσει τις απόψεις της και υποστηρίζει πλέον ανοιχτά την αναθεώρηση του άρθρου 16. Έχουν απομείνει ελάχιστοι γραφικοί που επιμένουν στο τροπάρι, ότι «η μόνη λύση είναι η βελτίωση της ποιότητας της δημόσιας εκπαίδευσης» λες και αυτή επιτυγχάνεται μόνο με το μονοπώλιο, λες και δεν έχουμε πλέον αρκετή εμπειρία για τα όρια και τις αδυναμίες αυτού του μοντέλου.
Είναι βέβαιο ότι το άρθρο 16 θα αναθεωρηθεί στο μέλλον και άλλη μια ανόητη ελληνική ιδιαιτερότητα θα μπει στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Αλλά το ζήτημα είναι πόσο κόστος ακόμα πρόκειται να καταβάλλουμε συλλογικά γι’ αυτήν την ανοησία.
* Ο Αριστείδης Χατζής είναι Αν. Καθηγητής Φιλοσοφίας Δικαίου και Θεωρίας Θεσμών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μέλος του επιστημονικού συμβουλίου του Κέντρου Φιλελεύθερων Μελετών. Η δεύτερη έκδοση του βιβλίου του «Φιλελευθερισμός» κυκλοφορεί στη σειρά «Μικρές Εισαγωγές» των Εκδόσεων Παπαδόπουλος.
Πηγή: http://www.amna.gr
Σχετικά άρθρα