«Ο Κολοκοτρώνης ορκίζει τον γιο του», του Διονυσίου Τσόκου. Εκτίθεται στο Παράρτημα Κέρκυρας της Εθνικής Πινακοθήκης (συλλογή Κουτλίδη).
Του Αριστείδη Χατζή*
Λέγαμε στο προηγούμενο άρθρο πως η μαμή της Ιστορίας, στην περίπτωση της Ελληνικής Επανάστασης, ήταν η Φιλική Εταιρεία. Δύσκολα μπορεί κανείς να υποτιμήσει τη συνεισφορά της. Οι προϋποθέσεις για Επανάσταση, βέβαια, υπήρχαν: Κατ’ αρχάς μια ελίτ με ανεπτυγμένη εθνική συνείδηση και ανάμεσά της πολλά ριζοσπαστικοποιημένα άτομα. Μια κοινωνία αρκετά ανοιχτή στα μηνύματα των καιρών, ακόμη και στις πιο παραδοσιακές της γωνιές. Διεθνή γεγονότα που έριχναν σπίθες εξέγερσης, όπως οι Ναπολεόντειοι Πόλεμοι και οι συνέπειές τους στα Επτάνησα. Ομάδες ανθρώπων που κινούνταν συνεχώς και καθώς αποτελούσαν καλούς αγωγούς, συνέδεαν κλειστές τοπικές κοινωνίες με παγκόσμια κέντρα – από τους διανοούμενους και τους εμπόρους μέχρι τους μισθοφόρους και τους πειρατές. Μια οικονομική κρίση που κράτησε πολύ, άφησε συσσωρευμένα κεφάλαια ανενεργά και πρώην καλοπληρωμένους εργαζομένους τούς έριξε στην ανεργία ή σε άχαρα επαγγέλματα. Οι προσδοκίες ευημερίας που δεν εκπληρώθηκαν. Η καθημερινή αργή, σταθερή και ορατή κατάρρευση ενός απαρχαιωμένου και αρτηριοσκληρωτικού διοικητικού μηχανισμού μιας ξεπεσμένης αυτοκρατορίας. Η εξάντληση αυτής της αυτοκρατορίας από τα πολλά ανοικτά μέτωπα, τα δομικά προβλήματα, τις αντιμεταρρυθμιστικές διανεμητικές συσπειρώσεις που τη διέβρωναν εσωτερικά μέσα σε μια αποθέωση προσοδοθηρίας. Η αυτονόμηση ισχυρών τοπαρχών, η αδυναμία, αρχικώς, του κέντρου να τους ελέγξει, αλλά και η αβεβαιότητα που δημιούργησε η απόφαση να τους υποτάξει. Και βέβαια, ας μην το υποτιμάμε καθόλου, ένα ορμητικό επαναστατικό κύμα με στόχο τις αυτοκρατορίες, που ξεκίνησε από τη Λατινική Αμερική, πέρασε τον Ατλαντικό για να συνταράξει την ιβηρική, αναγκαστικά και την ιταλική χερσόνησο. Εφτασε και στα Βαλκάνια με βασικό όχημα τη Φιλική Εταιρεία. Χωρίς αυτήν όλα τα παραπάνω θα παρέμεναν μεμονωμένες αιτίες, που δεν θα οδηγούσαν σε πολιτικό αποτέλεσμα. Το 1821 είναι δημιούργημα της Φιλικής, που πάτησε βέβαια σε όλες αυτές τις αιτίες.
Αν έχει να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα η ιστορική έρευνα για την Επανάσταση, αυτό δεν είναι η έλλειψη τεκμηρίων. Αντιθέτως, έχουμε έναν τόσο μεγάλο όγκο αρχείων που είναι πολύ δύσκολο να τα διαχειριστεί κανείς χωρίς να πελαγώσει μέσα στον όγκο της υπερπληροφόρησης και της παραπληροφόρησης. Αν υπάρχει, όμως, μια θεματική περιοχή που η επιπλέον πληροφόρηση θα ήταν καλοδεχούμενη, αυτή είναι η δράση της Φιλικής Εταιρείας. Είναι αναμενόμενο να υπάρχουν σοβαρά κενά για μια παράνομη, μυστική οργάνωση. Εχουμε την τύχη, ωστόσο, να διαθέτουμε και γι’ αυτήν μεγάλα αρχεία. Από τα έργα του Φιλήμονα μέχρι τα Αρχεία Ξάνθου και Σέκερη. Πολλά απομνημονεύματα μας δίνουν επιπλέον πληροφορίες, ενώ η πηγή που περιμένουμε να αποδώσει κι άλλο είναι τα ρωσικά αρχεία (ήδη αξιοποιημένα αρκετά από τον Γκριγκόρι Αρς). Ετσι τα βασικά τα γνωρίζουμε, συνήθως η δράση της παρουσιάζεται περιληπτικά και σχηματικά ως η απαραίτητη αλλά σύντομη εισαγωγή στην Επανάσταση, ενώ καθώς πλησιάζει η αφήγηση στον Δεκέμβριο του 1821 η επιρροή της φαίνεται να εξατμίζεται.
Δεν είναι, πάντως, έτσι τα πράγματα. Ο Πέτρος Πιζάνιας μάς έχει δείξει, από το 2009, τα υψηλά ποσοστά των μελών της Φιλικής Εταιρείας στο σύνολο των μελών των Τοπικών και των Εθνικών Συνελεύσεων: «Τα μέλη και τα στελέχη της ήταν εν πολλοίς εκεί και στελέχωσαν τους πολιτικούς επαναστατικούς θεσμούς». Πρόσφατα ο Δημήτρης Δημητρόπουλος, στο βιβλίο του «Τρεις Φιλικοί, έπαρχοι στην Ανδρο: Από το επαναστατικό σχέδιο στην κρατική διοίκηση (1822-1825)» (Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, 2020) μας έδειξε πώς τα στελέχη της εντάσσονται στον επαναστατικό κρατικό μηχανισμό. Πρωταγωνιστές είναι τρία μεσαία στελέχη για τα οποία σπάνια θα διαβάσετε κάτι: ο Γεώργιος Κλήρης, ο Κωνσταντίνος Ράδος και ο Ηβος Ρήγας. Αλλά ακόμη και γι’ αυτούς μας λείπουν κρίσιμες πληροφορίες, που ίσως θα ανέτρεπαν βεβαιότητες. Ο Ράδος, για παράδειγμα, είχε συνδεθεί με τους καρμπονάρους από πολύ νωρίς και ήταν αυτός, ίσως, που ριζοσπαστικοποίησε πολιτικά τον Σκουφά, πριν ο δεύτερος συναντήσει τον Ξάνθο και τον Τσακάλωφ. Σε κάθε περίπτωση, όπως σημειώνει ο Δημητρόπουλος, «η ένταξη και συμμετοχή στη Φιλική Εταιρεία αποτέλεσε μια επιλογή ζωής για τα στελέχη της· μια επιλογή που σφράγισε τον τρόπο σκέψης τους, τη νοοτροπία και τη συνολική προσωπικότητά τους σε όλη τη διάρκεια του βίου τους».
Χρειάστηκε να φτάσουμε στο 2019 για να αποκτήσουμε μια σαφέστερη εικόνα για τον ρόλο του Κερκυραίου Κωνσταντίνου Καντιώτη (Βασίλης Παναγιωτόπουλος, «Κωνσταντίνος Καντιώτης, Κερκυραίος», Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών, 2019), ο οποίος ήταν ένας από τους πρώτους Φιλικούς, ήδη από τον Ιανουάριο του 1817. Ομως ο Καντιώτης δεν ήταν ένα τυχαίο μικρομεσαίο στέλεχος, αλλά ο «αρχιοικονόμος» του Καποδίστρια και βέβαια έμπιστός του. Δεν χρειάζεται να τονίσω τη σημασία του ρόλου του, καθώς μέχρι και σήμερα δεν έχει διευκρινιστεί πλήρως η σχέση του Καποδίστρια με την οργάνωση, ενώ οι κορυφαίοι ιστορικοί της περιόδου διατυπώνουν αρκετά διαφορετικές εκδοχές.
Μια άλλη ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι ο Χριστόφορος Περραιβός, ένας από τους ικανότερους και αποτελεσματικότερους συνωμότες. Ο νεαρός συνεργάτης του Ρήγα που συνελήφθη μαζί του και επιβίωσε, ανέλαβε για τη Φιλική Εταιρεία τις δυσκολότερες αποστολές. Στην υποδειγματική έκδοση των απομνημονευμάτων του από το Ιδρυμα της Βουλής (με εισαγωγή και επιμέλεια Στέφανου Παπαγεωργίου, 2019) βλέπουμε πώς κατορθώνει να συμφιλιώσει τις τρεις ισχυρότερες οικογένειες της Μάνης τον Οκτώβριο του 1819, να πετύχει την πολιτική οργάνωση των Σουλιωτών το 1821 και την ένταξή τους στην Επανάσταση, που δεν ήταν καθόλου απλή ή αυτόματη υπόθεση. Ο Περραιβός πραγματοποίησε το σχέδιο του Ρήγα, της Φιλικής, του Υψηλάντη, υλοποίησε, δηλαδή, αυτό που ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος ονομάζει «άξονας Σούλι-Μάνη», τη στρατιωτική ραχοκοκαλιά του Αγώνα.
Μια άλλη περίπτωση, ελάχιστα μελετημένη, είναι εκείνη του Ησαΐα Σαλώνων, που έπαιξε κομβικό ρόλο στην κινητοποίηση των οπλαρχηγών της Ανατολικής Ρούμελης μαζί με άλλους θερμόαιμους ιεράρχες όπως ο Αταλάντης Νεόφυτος και ο Αθηνών Διονύσιος. Αποδείχθηκε έτσι πόσο χρήσιμη, τελικά, ήταν η στρατολόγηση αρχιερέων παρά τις αμφιβολίες κάποιων Φιλικών. Από την άλλη, ο Παναγιώτης Αρβάλης, ο έμπορος της Τρίπολης που θα παρατήσει τα πάντα, θα χάσει σχεδόν τα λογικά του από τον πατριωτικό ενθουσιασμό, αποτελεί το καλύτερο παράδειγμα της μεταμόρφωσης εμπόρων, τοκογλύφων και πλοιοκτητών σε επαναστάτες.
Βέβαια, η πιο ενδιαφέρουσα περίπτωση είναι εκείνη του Ιωάννη Παπαρρηγόπουλου από τη Νάξο, του διερμηνέα του ρωσικού προξενείου της Πάτρας, που εκτός από τη Ρωσία υπηρέτησε τη Φιλική, τους προεστούς του Μοριά (που τον εμπιστεύονταν τόσο ώστε υπέγραφαν σε λευκό χαρτί που του παρέδιδαν), τον Αλή Πασά, τον Καποδίστρια, τον Υψηλάντη (που άλλαξε τα σχέδιά του μετά τη συνάντησή τους), τον Π.Π. Γερμανό, πάνω απ’ όλα όμως την Επανάσταση. Ηταν παρών την περίοδο 1820-21 σχεδόν παντού. στις κρισιμότερες στιγμές: Πάτρα, Ιωάννινα, Αγία Πετρούπολη, Οδησσός, Κωνσταντινούπολη, Σμύρνη, ενώ ήταν ένας από τους ελάχιστους Ελληνες που συμμετείχαν στη ναυμαχία του Ναυαρίνου, πάνω σε ρωσικό πλοίο. Υπηρέτησε τη Ρωσία ως πρόξενος στο νέο ελληνικό βασίλειο και πέθανε πλήρης ημερών το 1874, 94 ετών, χωρίς, δυστυχώς, να αφήσει τεκμήρια. Κάποια στιγμή ο Αλή Πασάς θα του πει: «Εγώ σε θεωρώ φίλο και ό,τι έχω στην καρδιά μου σου το έχω πει με τα χείλη μου. Εσύ όμως άλλα λες με τα χείλη και άλλα έχεις στην καρδιά σου.» Δυστυχώς, η συναρπαστική δράση του θα παραμείνει στο σκοτάδι.
Βρείτε το άρθρο στην kathimerini.gr
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή στις 10.5.2021 και αποτελεί μέρος της σειράς άρθρων για την Επανάσταση του 1821, στο πλαίσιο της συνεργασίας του ΚΕΦίΜ με την εφημερίδα με αφορμή το εκπαιδευτικό προγράμμα : «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση». Μάθετε περισσότερα εδώ.
Το προηγούμενο άρθρο της σειράς, με τίτλο “Πώς οργανώνεις μία Επανάσταση;”, μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Σχετικά άρθρα