Το παρόν κεφάλαιο είναι μέρος της μελέτης “Θέτοντας Εμπόδια: Αλλάζοντας στάση για το εμπόριο στη Νότια Ευρώπη” που πραγματοποίησε το δίκτυο EPICENTER σε συνεργασία με τρεις οργανισμούς μέλη του, μεταξύ των οποίων το ΚΕΦίΜ, το Fundacion Civismo, και το Istituto Bruno Leoni, και εξετάζει την κοινοβουλευτική συμπεριφορά των κομμάτων των εθνικών κοινοβουλίων της Ελλάδας, της Ισπανίας και της Ιταλίας ως προς την κύρωση των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου. Η μελέτη δημοσιεύτηκε τον Οκτώβριο του 2021.
Συγγραφέας:
Κωνσταντίνος Σαραβάκος | Συντονιστής Ερευνητικών Προγραμμάτων ΚΕΦίΜ – Μάρκος Δραγούμης
Το ελληνικό νομικό πλαίσιο που διέπει τις διεθνείς συμβάσεις οι οποίες συμφωνούνται σε επίπεδο ΕΕ διαμορφώνεται τόσο από το Ελληνικό Σύνταγμα όσο και από τον Κανονισμό της Βουλής των Ελλήνων. Σύμφωνα με το Ελληνικό Σύνταγμα, η Ελλάδα μπορεί να περιορίσει την άσκηση της εθνικής της κυριαρχίας για λόγους σπουδαίου εθνικού συμφέροντος (Άρθρο 28)4. Σύμφωνα με τον Κανονισμό της Βουλής των Ελλήνων, νόμοι και προτάσεις νόμου που κυρώνουν διεθνείς συνθήκες ή διεθνείς συμβάσεις πρέπει να ψηφίζονται χωρίς, ή με περιορισμένη, συζήτηση (Άρθρα 108 και 112)5. Το διεθνές δίκαιο και οι συμβάσεις που έχουν κυρωθεί από τη Βουλή των Ελλήνων αναγνωρίζονται ως θεμελιώδες τμήμα του ελληνικού εσωτερικού δικαίου και υπερισχύουν κάθε αντίθετης νομοθετικής διάταξης (Άρθρο 28, Ελληνικό Σύνταγμα). Η κυβέρνηση δεν διαθέτει καμία αρμοδιότητα να κυρώνει η ίδια οποιανδήποτε συμφωνία ή σύμβαση, παρά μόνο αν αυτή έχει ψηφιστεί από την πλειοψηφία του ελληνικού κοινοβουλίου.
Έτσι, σύμφωνα και με τα Άρθρα 3 και 4 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μόνο μια συνθήκη, σύμβαση ή διεθνής συμφωνία που περιλαμβάνει από κοινού αρμοδιότητες μεταξύ της ΕΕ και των κρατών-μελών θα πρέπει να κυρωθεί στην ελληνική Βουλή, σε μια διαδικασία με καθόλου ή με περιορισμένη συζήτηση, αλλά με τη συνήθη συζήτηση στην αρμόδια επιτροπή.
Αυτή η διάκριση μεταξύ συμφωνιών που απαιτούν μόνο την κύρωση της ΕΕ (συμφωνίες Τύπου Α σε αυτή τη μελέτη) και συμφωνιών που απαιτούν επίσης την κύρωση του Ελληνικού Κοινοβουλίου (συμφωνίες Τύπου Β) πηγάζει από το δικαίωμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης να δρα ως ξεχωριστή νομική οντότητα ώστε να επιτυγχάνει τους στόχους που έχουν καθοριστεί στις σχετικές Συνθήκες, εφ’ όσον δεν απαιτούνται νομικά δεσμευτικές πράξεις από τα κράτη-μέλη.
Στο ελληνικό νομοθετικό πλαίσιο, αυτή η διάκριση είναι αποτέλεσμα της αναθεώρησης του Άρθρου 28 του Ελληνικού Συντάγματος, το οποίο διαθέτει επίσης μια ερμηνευτική δήλωση που ορίζει ότι “το Άρθρο 28 αποτελεί το θεμέλιο για τη συμμετοχή της Χώρας στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.” Αυτή η ερμηνευτική δήλωση, που εκχωρεί ορισμένες από τις εσωτερικές νομοθετικές και εκτελεστικές εξουσίες στην ΕΕ, θεμελιώνεται στο ότι η συμμετοχή των κρατών-μελών στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι συναινετική και διαθέτει την έγκριση του κυρίαρχου λαού. Επιπροσθέτως, αυτή η δήλωση αφορά όχι μόνο την κύρωση διεθνών συμβάσεων αλλά και τη συνολική συζήτηση πάνω στον τρόπο με τον οποίον το δίκαιο της ΕΕ ενσωματώνεται στο ελληνικό νομικό πλαίσιο6.
Ως εκ τούτου, αν μια συμφωνία περιλαμβάνει αρμοδιότητες που σχετίζονται μόνο με την ΕΕ, δεν υπάρχει ανάγκη να κυρωθεί επίσης από την ελληνική Βουλή, γιατί ο ελληνικός λαός θεωρείται πως έχει συμμετάσχει εκουσίως στην Ένωση. Ωστόσο, αν μια συμφωνία περιλαμβάνει αρμοδιότητες που απαιτούν δεσμευτικές πράξεις από τα ίδια τα κράτη μέλη, απαιτείται να κυρωθεί από την ελληνική Βουλή διότι αυτή η σύμβαση είναι αναπόσπαστο τμήμα του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύει οποιασδήποτε αντίθετης νομοθετικής διάταξης.
Παρότι οι περισσότερες Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου απαιτούν κύρωση από την ελληνική Βουλή, καθώς περιλαμβάνουν κοινές αρμοδιότητες μεταξύ της ΕΕ και άλλων κρατών-μελών, η εισαγωγή τους στο εθνικό νομικό πλαίσιο φαίνεται πως είναι χρονοβόρα και συχνά δεν αντιμετωπίζεται ως προτεραιότητα για την εκάστοτε κυβέρνηση.
Ανάμεσα στο 2012 και στο 2019, η Ευρωπαϊκή Ένωση διαπραγματεύτηκε και κατέληξε σε δεκαέξι Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου ή Συμφωνίες Σύνδεσης, από τις οποίες μόνο τρεις δεν απαιτούσαν έγκριση από τα εθνικά κοινοβούλια. Από τις δεκατρείς συμφωνίες που απομένουν, η ελληνική Βουλή έχει κυρώσει μόνο τέσσερις (30 τοις εκατό), όλες στη διάρκεια της ίδιας κοινοβουλευτικής περιόδου από το Σεπτέμβριο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2019 (βλ. Πίνακα 1), όπου φαίνεται επίσης η σύγκριση με το ιστορικό των κυρώσεων από την Ιταλία και την Ισπανία.
Ο κυβερνητικός συνασπισμός στη διάρκεια αυτής της περιόδου είχε σχηματιστεί από τον ΣΥΡΙΖΑ (Συνασπισμό Ριζοσπαστικής Αριστεράς) και τους ΑΝΕΛ (Ανεξάρτητους Έλληνες), ενώ τα αντιπολιτευόμενα κόμματα ήταν η Νέα Δημοκρατία, η Δημοκρατική Συμπαράταξη, η Χρυσή Αυγή, το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, το Ποτάμι, και η Ένωση Κεντρώων.
Το γράφημα 1 απεικονίζει το ελληνικό πολιτικό φάσμα που περιλαμβάνει, πέρα από τον παραδοσιακό άξονα Αριστεράς-Δεξιάς, τον από πάνω προς τα κάτω άξονα, που αποτελείται από δύο υπο-άξονες: τον κοινωνικό-πολιτισμικό και τον πολιτικό-πολιτισμικό με βάση το σχήμα του Ostiguy (Ostiguy 2009 σ. 5). Όσο υψηλότερα στον κοινωνικό-πολιτισμικό υπο-άξονα, τόσο περισσότερο ο πολιτικός λόγος φαίνεται να διαμορφώνεται από ορθολογικές και τεχνοκρατικές μορφές έκφρασης. Αντιθέτως, όσο πιο χαμηλά στο κοινωνικό-πολιτισμικό υπο-άξονα, τόσο πιο πιθανό οι πολιτικοί να εκφράζονται στην καθομιλουμένη, ενδεχομένως και στην αργκό που μπορεί να θεωρηθεί ως πιο δημώδης. Επιπροσθέτως, όσο υψηλότερα στον πολιτικό-πολιτισμικό υπο-άξονα, τόσο πιο πιθανό οι πολιτικοί να χρησιμοποιούν επίσημη και θεσμική διαμεσολάβηση. Όσο πιο χαμηλά στον πολιτικό-πολιτισμικό υπο-άξονα, τόσο υψηλότερη η τάση να δίνεται έμφαση στην ισχυρή ηγεσία και στο να γίνονται δηλώσεις που ισχυρίζονται πως είναι εγγύτερα “στο λαό” (Ostiguy 2009 σ 5-7). Αυτό το ιδεολογικό σχήμα προσπαθεί επίσης να εξηγήσει τη συνολική ιδεολογία και συμπεριφορά των ελληνικών πολιτικών κομμάτων με όρους λαϊκιστικής και αντιλαϊκιστικής σύγκρουσης και ιδεολογίας.
Ωστόσο, παρά τη αρκετά ετερόκλιτη ιδεολογική συγκρότηση αυτών των κοινοβουλευτικών κομμάτων, η συμπεριφορά τους κατά τις ψηφοφορίες είναι αρκετά παρόμοια όταν μιλάμε για τα τις τέσσερις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που ψηφίστηκαν στη Βουλή των Ελλήνων στη διάρκεια αυτής της περιόδου. Με εξαίρεση την ακροδεξιά Χρυσή Αυγή και το ακροαριστερό Κομμουνιστικό Κόμμα, όλα τα άλλα έξι κόμματα υπερψήφισαν και τις τέσσερις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου (βλ. Πίνακα 2).
Μια σημαντική παράμετρος της υπερψήφισης ή καταψήφισης μιας διεθνούς συμφωνίας φαίνεται πως είναι το κατά πόσον ένα κόμμα ανήκει σε κυβερνητικό συνασπισμό ή αν έχει κυβερνήσει κατά το παρελθόν. Η κεντροδεξιά Νέα Δημοκρατία και η κεντροαριστερή Δημοκρατική Συμπαράταξη (διάδοχος του ΠΑΣΟΚ) εναλλάσσονταν στην εξουσία στην Ελλάδα από το 1974 έως το 2012, ενώ κατά το διάστημα 2012-2015 σχημάτισαν κυβέρνηση συνεργασίας. Πριν το 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ δεν είχαν βρεθεί ποτέ στην εξουσία. Ωστόσο, αποτελούσαν μέρος της κυβερνητικής πλειοψηφίας όταν ψηφίστηκαν αυτές οι συμφωνίες. Ανάμεσα στα κόμματα που υπερψήφισαν τις συμφωνίες, μόνο Το Ποτάμι και η Ένωση Κεντρώων δεν είχαν συμμετέχει ξανά σε κυβερνητική πλειοψηφία και η απόφασή τους να υπερψηφίσουν τις συμφωνίες φαίνεται να αποτελεί αποτέλεσμα της προγραμματικής τους πολιτικής. Έτσι, παρότι το 89% των Ελλήνων βουλευτών υπερψήφισαν τις συμφωνίες όπως φαίνεται στον Πίνακα 2, το αποτέλεσμα θα μπορούσε να είναι πολύ διαφορετικό αν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ δεν ήταν στην κυβέρνηση. Στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, οι ευρωβουλευτές και των δύο κομμάτων, καθώς και εκείνοι της Χρυσής Αυγής και του Κομμουνιστικού Κόμματος, καταψήφισαν τη συμφωνία με την Ουκρανία.
Επιπλέον, παλαιότερα, όταν ο ΣΥΡΙΖΑ βρισκόταν στην αντιπολίτευση έτεινε να καταψηφίζει τις διεθνείς συμφωνίες κάθε είδους, όπως οι Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου, τις συμφωνίες συνεργασίας στον τουρισμό, τις τεχνολογίες επικοινωνίας και πληροφορίας, τον αγροτικό τομέα και την ανάπτυξη της υπαίθρου κοκ. Το Γράφημα 2 δείχνει το ποσοστό υπερψήφισης των διεθνών συμφωνιών ή συμβάσεων κάθε είδους για όλα τα πολιτικά κόμματα στην ελληνική Βουλή για δύο διαφορετικές περιόδους, από τον Ιούνιο του 2012 έως τον Ιανουάριο του 2015 και από τον Σεπτέμβριο του 2015 έως τον Ιούλιο του 2019.
Στη διάρκεια της πρώτης περιόδου (2012-2015) ο κυβερνητικός συνασπισμός αποτελείτο από τα κόμματα της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ, ενώ ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ ήταν στην αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε λιγότερες από τις μισές συμφωνίες (40 τοις εκατό), ενώ οι ΑΝΕΛ υπερψήφισαν την πλειοψηφία τους (68 τοις εκατό). Από τα εναπομείναντα τρία κόμματα, η Δημοκρατική Αριστερά (ΔΗΜΑΡ) υπερψήφισε τη συντριπτική πλειοψηφία των συμφωνιών8 που εισήχθησαν στο ελληνικό κοινοβούλιο, ενώ η Χρυσή Αυγή και το Κομμουνιστικό Κόμμα υπερψήφισαν ελάχιστα (10 και 8 τοις εκατό αντίστοιχα). Στη διάρκεια της δεύτερης περιόδου (2015-2019) όταν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ σχημάτισαν για δεύτερη συνεχόμενη φορά κυβερνητική πλειοψηφία, η Νέα Δημοκρατία και η Δημοκρατική Συμπαράταξη (ο διάδοχος του ΠΑΣΟΚ) ως πρώην κυβερνητικά κόμματα υπερψήφισαν τη συντριπτική πλειονότητα των διεθνών συμβάσεων που εισήχθησαν από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝΕΛ (84 και 95 τοις εκατό αντίστοιχα). Στη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου (Ιούλιος έως Δεκέμβριος του 2019), ο ΣΥΡΙΖΑ στην αντιπολίτευση υπερψήφισε και τις τρεις διεθνείς συμφωνίες που εισήχθησαν από την κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας.
Έτσι λοιπόν, τα υψηλά ποσοστά έγκρισης των τεσσάρων Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου που έχουν ψηφιστεί στην ελληνική Βουλή φαίνεται να είναι περισσότερο αποτέλεσμα της ευθυγράμμισης του ΣΥΡΙΖΑ και των ΑΝΕΛ με τους διεθνείς θεσμικούς εταίρους της Ελλάδας (την ΕΕ, τα υπόλοιπα κράτη-μέλη και τις χώρες-εταίρους) ως κυβερνητικά κόμματα και λιγότερο αποτέλεσμα αλλαγής των πολιτικών τους θέσεων9. Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ ήταν στην αντιπολίτευση, θα έπρεπε να προσδοκούμε πολύ χαμηλότερα ποσοστά έγκρισης.
Οι Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου, τόσο στο επίπεδο της ΕΕ όσο και στην εγχώρια πολιτική, δεν αποτελούν προτεραιότητα για τα κυβερνητικά κόμματα στην Ελλάδα. Στη διάρκεια των εκλογών που διεξήχθησαν τον Ιούλιο του 2019 δεν υπήρξε καμία αναφορά στο διεθνές εμπόριο και τις σχετιζόμενες με αυτό πολιτικές στα προγράμματα των κομμάτων εξουσίας και τους προεκλογικούς λόγους των αρχηγών τους. Τα κυρίαρχα προεκλογικά ζητήματα ήταν οι φόροι, η επιχειρηματικότητα, και η ασφάλεια10
Ωστόσο, ένας εναλλακτικός τρόπος ανάλυσης των απόψεων των πολιτικών κομμάτων στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου είναι το να εξετάσει κανείς τα πρακτικά των σχετικών συνεδριάσεων των επιτροπών της Βουλής πριν την ψηφοφορία τους στην Ολομέλεια. Σε αυτές τις επιτροπές, οι βουλευτές εκφράζουν τους λόγους για τους οποίους ένα κόμμα υπερψηφίζει ή καταψηφίζει μια συμφωνία, εξηγώντας και τη συνολική θεώρηση του κάθε κόμματος στο σχετικό θέμα. Πολύ συχνά οι απόψεις που εκφράζουν είναι παρόμοιες μεταξύ τους για διαφορετικά είδη διεθνών συμφωνιών.
Η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας έχει υπερψηφίσει και τις τέσσερις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που εξετάζονται, ως κόμμα της αντιπολίτευσης, και εν γένει υπερψηφίζει τις διεθνείς συμφωνίες που αφορούν την οικονομική συνεργασία. Σε γενικές γραμμές, η Νέα Δημοκρατία τείνει να υιοθετεί μια φιλοευρωπαϊκή και υπέρ της αγοράς πολιτική προσέγγιση. Ωστόσο, υπάρχουν εξαιρέσεις. Δεν υποστήριξε συμφωνίες που αφορούν τις σχέσεις με το κράτος της Βόρειας Μακεδονίας ή την ένταξη βαλκανικών χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΝΑΤΟ11.
Η προσέγγιση της τωρινής αξιωματικής αντιπολίτευσης και πρώην κυβερνώντος κόμματος, του ΣΥΡΙΖΑ, έχει περάσει από διαφορετικά στάδια και πλέον φαίνεται να είναι πιο υποστηρικτική προς τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου και τις άλλες διεθνείς συμφωνίες. Όταν ήταν στην κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ υπερψήφισε και τις τέσσερις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που εξετάστηκαν από την ελληνική Βουλή. Στις παρεμβάσεις του στη σχετική επιτροπή, ο βουλευτής του κόμματος υποστήριξε πως αυτές οι συμφωνίες συνιστούσαν ευκαιρίες για νέες επιχειρηματικές δραστηριότητες και για την ενθάρρυνση των επενδύσεων12. Το γεγονός πως ο ΣΥΡΙΖΑ ισχυρίστηκε πως οι συμφωνίες με τις πρώην σοβιετικές σοσιαλιστικές χώρες Γεωργία, Μολδαβία και Ουκρανία βοηθούσαν ώστε να γεφυρωθεί το χάσμα μεταξύ των δυτικών και των ανατολικών οικονομιών υπογραμμίζει την υιοθέτηση μιας πιο συστημικής ρητορικής και εφαρμοσμένης πολιτικής. Αντίθετα, προ του 2015, ο ΣΥΡΙΖΑ αντιτασσόταν με σφοδρότητα στις διεθνείς συμφωνίες που ήταν υπέρ της απορρύθμισης και της απελευθέρωσης, ισχυριζόμενος πως μια ελεύθερη αγορά θα μπορούσε να βλάψει τόσο το περιβάλλον όσο και τους καταναλωτές13. Η μεταμόρφωση του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα πιο συστημικό κόμμα ήταν αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων πραγμάτων, των οικονομικών θεσμών και των υλικών περιορισμών που συνετέλεσαν στην εξοικείωση του κόμματος με τους συνήθεις κανόνες μιας φιλελεύθερης δημοκρατίας (Ασλανίδης & Kaltwasser 2016 σ. 1089).
Το πρώην κυβερνητικό κόμμα του ΠΑΣΟΚ είναι πλέον κομμάτι του Κινήματος Αλλαγής (ΚΙΝΑΛ), μιας συμμαχίας σοσιαλδημοκρατικών συνασπισμών, με πυρήνα της το ΠΑΣΟΚ. Το ΚΙΝΑΛ, είτε ως ΔΗΣΥ είτε ως ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ υπερψήφισε και τις τέσσερις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που εξετάστηκαν και τείνει να υπερψηφίζει τις περισσότερες διεθνείς συμφωνίες, με τις ίδιες λίγες εξαιρέσεις με τη Νέα Δημοκρατία, που αφορούν τη Βόρεια Μακεδονία. Στη διάρκεια της πανδημίας, το ΚΙΝΑΛ οργάνωσε μια διαδικτυακή συζήτηση για τις προσκλήσεις του διεθνούς εμπορίου σε επίπεδο ΕΕ εξαιτίας της πανδημίας COVID-19.14 Ο αντιπρόσωπος του κόμματος εξέφρασε τη δέσμευση του κόμματος στις πολιτικές ελεύθερου εμπορίου που σέβονται το περιβάλλον και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας υπήρξε πάντοτε σφοδρός αντίπαλος οποιασδήποτε διεθνούς συμφωνίας, με εξαίρεση όσες σχετίζονται με τη συνεργασία με σοσιαλιστικές ή κομμουνιστικές χώρες όπως την Κίνα και την Κούβα.
Τα άλλα δύο πολιτικά κόμματα που αντιπροσωπεύονται στη Βουλή των Ελλήνων είναι η ακροδεξιός Ελληνική Λύση (ΕΛ) και το ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα Μέρα25 (DiEM25), ένα μείγμα μαρξισμού, κεϋνσιανισμού και σοσιαλδημοκρατικών στοιχείων. Στη διάρκεια των πρώτων έξι μηνών της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου, (Ιούλιος-Δεκέμβριος 2019) και τα δύο κόμματα υπερψήφισαν όλες τις διεθνείς συμφωνίες, οι οποίες ωστόσο δεν σχετίζονταν με το εμπόριο. Εντούτοις, πρέπει να αναμένεται πως και τα δύο κόμματα θα αντιταχθούν σε ορισμένες πολιτικές ελεύθερου εμπορίου, καθώς η Ελληνική Λύση υποστηρίζει τον προστατευτισμό και τον οικονομικό πατριωτισμό σε εθνικό επίπεδο15, ενώ το Μέρα25 υποστηρίζει ένα οικονομικό μοντέλο σοσιαλιστικής αγοράς16.
Μια άλλη μεθοδολογική προσέγγιση στη συμπεριφορά των ελληνικών πολιτικών κομμάτων κατά τις ψηφοφορίες αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του Δείκτη Απολυταρχικού Λαϊκισμού (Authoritarian Populism Index) που δημοσιεύτηκε από τη δεξαμενή σκέψης Timbro (2019). Η διάκριση μεταξύ αντιφιλελεύθερων αλλά δημοκρατικών (αυταρχικών) κομμάτων και κομμάτων που είναι ταυτόχρονα αντιφιλελεύθερα και αντιδημοκρατικά (ακραία) (ό.π. σ. 14), μοιάζει να είναι ένας από τους παράγοντες που εξηγούν τη συνολική στάση κατά τις ψηφοφορίες στο ελληνικό κοινοβούλιο. Η κοινοβουλευτική συμπεριφορά των ελληνικών λαϊκιστικών κομμάτων είναι σημαντικά διαφορετική από εκείνη των μη λαϊκιστικών, καθώς τείνουν να αντιτίθενται στην πλειονότητα των προτάσεων και σχεδίων νόμου της πλειοψηφίας πιο συχνά και με μεγαλύτερη συνέπεια από τα μη λαϊκιστικά και να υιοθετούν πολύ πιο συγκρουσιακή κοινοβουλευτική στάση (Σαραβάκος 2019, σ. 12-13). Ωστόσο, υπάρχει επίσης μια διάκριση ανάμεσα στα λαϊκιστικά κόμματα, καθώς όσα κατατάσσονται ως αυταρχικά (ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ) διαθέτουν μια πολιτική ατζέντα εγγύτερη προς τα συστημικά κόμματα και ως εκ τούτου είναι λιγότερο συγκρουσιακά από τα ακραία (το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και τη Χρυσή Αυγή), τα οποία ψήφισαν εναντίον κάθε σχεδίου νόμου υπέρ της αγοράς και κάθε διεθνούς σύμβασης.
Εξετάζοντας τις ψηφοφορίες στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου, η μεθοδολογική διάκριση του Timbro φαίνεται να έχει περιορισμένη ερμηνευτική επάρκεια. Παρότι τα ακραία λαϊκιστικά κόμματα καταψήφισαν και τα συστημικά κόμματα υπερψήφισαν τις συμφωνίες όπως ήταν αναμενόμενο, ο ΣΥΡΙΖΑ και οι ΑΝΕΛ ως κυβερνητικός συνασπισμός αναγκάστηκαν να υπερψηφίσουν. Επιπλέον, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ επιδεικνύει μια πιο θεσμική συμπεριφορά, έχει εξελιχθεί να θεωρείται ως κόμμα εξοθσίας του οποίου οι αποφάσεις εξαρτώνται από την πολιτική ατζέντα και συμπεριφέρεται λιγότερο ως κόμμα διαμαρτυρίας, συγκριτικά με την προηγούμενη περίοδο μεταξύ 2012 και 2015 (Tsakatika 2016).
Με δεδομένη τη μικρή απόκλιση στη συμπεριφορά των ελληνικών πολιτικών κομμάτων κατά τις ψηφοφορίες για τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που εξετάζονται, τα αίτια για τις αντιρρήσεις των δύο ακραίων κομμάτων έγκεινται πέρα από μια συμβατική ανάλυση που σχετίζεται με την επίλυση προβλημάτων. Τόσο το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας όσο και η Χρυσή Αυγή έχουν ατζέντα που αντιτίθεται σθεναρά σε οποιαδήποτε δημοκρατική ή/και φιλελεύθερη αρχή. Και τα δύο κόμματα κατηγορούν τον καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς και τις πολιτικές υπέρ της αγοράς για την ύφεση της Ελλάδας και την οικονομική κατάρρευση στην αρχή της περασμένης δεκαετίας, υποστηρίζοντας πως η εθνικοποίηση του τραπεζικού συστήματος και μια επιστροφή στη Δραχμή είναι η καλύτερη διέξοδος από την κρίση. Σύμφωνα με την κριτική σκέψη, που “επιτρέπει μια κανονιστική επιλογή υπέρ ενός κοινωνικού και πολιτικού συστήματος διαφορετικού από το κυρίαρχο σύστημα” (Cox 1981 σ. 130), η ρητορική τους αποτελεί ευθεία επίθεση στο σημερινό σύστημα και τους θεσμούς της φιλελεύθερης δημοκρατίας.
Τα κύρια πιθανά αίτια για την αντίθεση των πολιτικών κομμάτων στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου κατά την τρέχουσα κοινοβουλευτική περίοδο φαίνεται πως είναι οι περιβαλλοντικές ανησυχίες και η προστασία των εγχώριων επιχειρήσεων από το διεθνή ανταγωνισμό.
Οι περιβαλλοντικές πολιτικές αποτελούν μέρος της πλατφόρμας σχεδόν κάθε πολιτικού κόμματος στη σύγχρονη εποχή. Με δεδομένο πως η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται στην κυβέρνηση, η αντίθεση προς τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου θα μπορούσε να προέλθει από όλα τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τον ΣΥΡΙΖΑ, το ΚΙΝΑΛ, την Ελληνική Λύση και το Μέρα25. Όλα αυτά τα κόμματα περιέλαβαν στα προγράμματά τους πολιτικές που προωθούν τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την οικονομική ανάπτυξη που βασίζεται στη βιωσιμότητα. Ωστόσο, καθώς τόσο το ΚΙΝΑΛ όσο και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν παλαιότερα βρεθεί στην κυβέρνηση, όπως προαναφέρθηκε, τώρα είναι πιθανότερο να υπερψηφίσουν διεθνείς συμφωνίες, ενώ η Ελληνική Λύση και το Μέρα25 αναμένεται να αντιταχθούν σε αυτές. Η Ελληνική Λύση εστιάζει στα τοπικά ζητήματα της ρύπανσης, του αγροτικού τομέα και της αιολικής ενέργειας, ενώ το Μέρα25 έχει μια ευρύτερη πλατφόρμα που αποκαλείται Πράσινο Νιου Ντηλ17, που προτείνει ένα σχέδιο 500 δισεκατομμυρίων ευρώ προκειμένου ολόκληρη η ΕΕ να χρηματοδοτήσει τη μετάβαση σε μια πιο φιλική προς το περιβάλλον οικονομία.
Η προστασία από το διεθνή ανταγωνισμό δεν είναι καινούργιο ζήτημα στον ελληνικό πολιτικό διάλογο, καθώς όλα τα πολιτικά κόμματα επιθυμούν να δουν τις ελληνικές επιχειρήσεις να επιβιώνουν και να ανθούν. Είναι επίσης ένας σημαντικός παράγοντας για τα ελληνικά πολιτικά κόμματα εξαιτίας του εγχώριου πελατειακού συστήματος στη χάραξη δημόσιας πολιτικής (Τραντίδης 2015).
Είναι ευρέως διαδεδομένη η πεποίθηση πως τα μακροπρόθεσμα οφέλη του ελεύθερου εμπορίου αποτυγχάνουν στο να αποζημιώσουν τις βραχυπρόθεσμες απώλειες, περιλαμβανομένης της απώλειας θέσεων εργασίας στην εγχώρια αγορά. Γεγονός που έχει άμεσο αντίκτυπο στους Έλληνες ψηφοφόρους, και στα πολιτικά κόμματα. Το πολιτικό κόστος της υποστήριξης της απελευθέρωσης του εμπορίου αποτελεί σοβαρό εμπόδιο για τις πολιτικές της ελεύθερης αγοράς, με κάθε κυβέρνηση να συναντά ισχυρή αντίσταση στο ελεύθερο εμπόριο. Ακόμη και τα κόμματα που θεωρούνται περισσότερο συστημικά, όπως το ΚΙΝΑΛ ή η Νέα Δημοκρατία, μπορεί να εγείρουν εμπόδια στο διεθνές εμπόριο που είναι πιθανό να έχουν άμεση επιβλαβή επίπτωση στις ελληνικές επιχειρήσεις, ακόμη και αν καταδεικνύεται πως το ανοιχτό εμπόριο, οι χαμηλότερες τιμές και η ευρύτερη γκάμα επιλογών ωφελούν τους καταναλωτές.
Τα ελληνικά πολιτικά κόμματα μπορεί επίσης να αντιτίθενται στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου εξαιτίας της άμεσης σύνδεσής τους με ομάδες συμφερόντων. Καθώς η Νέα Δημοκρατία βρίσκεται στην κυβέρνηση, αυτές οι διασυνδέσεις είναι πιο κυρίαρχες στα αριστερά κόμματα και στους δεσμούς τους με τα κοινωνικά κινήματα και την κοινωνική τους βάση. Ο ΣΥΡΙΖΑ κληρονόμησε τους ισχυρούς δεσμούς του ΠΑΣΟΚ με τις συνδικαλιστές οργανώσεις, αλλά είναι επίσης γνωστός για την ικανότητά του να κινητοποιεί νεανικά και κοινωνικά κινήματα (Σταυρακάκης & Κατσαμπέκης 2014, σ. 127). Το ΚΙΝΑΛ, ως πρώην κυβερνητικό κόμμα, διαθέτει ακόμη δεσμούς με τις συνδικαλιστές οργανώσεις στον ιδιωτικό και το δημόσιο τομέα, ενώ η Ελληνική Λύση και το Μέρα25 αυτή τη στιγμή προσπαθούν να βαθύνουν τα δίκτυά τους με τους φορείς χωρίς πολιτική εκπροσώπηση. Ο ΣΥΡΙΖΑ και το Μέρα25 διαθέτουν πολιτικά προγράμματα που βασίζονται στα ζητήματα του περιβάλλοντος. Μέχρι το 2012, ο ΣΥΡΙΖΑ αποτελούνταν από πολλούς μικρότερους πολιτικούς συνασπισμούς περιλαμβανομένων των οικολόγων σοσιαλιστών και των ριζοσπαστών οικολόγων, οι οποίοι παραμένουν στο κόμμα. Το Μέρα25 ανέπτυξε πρόσφατα την ατζέντα του Πράσινου Νιού Ντηλ η οποία καθορίζει τις αποφάσεις του κατά τις ψηφοφορίες.
Το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα δεν φαίνεται να εμφανίζει απόκλιση σε ζητήματα που θεωρούνται κρίσιμα όπως η εθνική οικονομική ανάπτυξη και η προστασία των εγχώριων επιχειρήσεων. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ υποστηρίζει μια πολιτική εναντίον της ελεύθερης αγοράς, το ΚΙΝΑΛ είναι πολύ πιθανό να ακολουθήσει, καθώς τα δύο κόμματα στοχεύουν στο ίδιο κοινό. Αυτός ο ανταγωνισμός είναι πιο συνήθης στα αριστερά του πολιτικού φάσματος και θα μπορούσε να δημιουργήσει μια ώθηση εναντίον της ελεύθερης αγοράς και υπέρ της προσοδοθηρίας.
Το γεγονός πως η Ελλάδα έχει κυρώσει μόνο τέσσερις από τις δεκατρείς Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που έχουν συναφθεί σε επίπεδο ΕΕ, αλλά με κοινές αρμοδιότητες, μπορεί να αποκρύπτει σημαντικούς για τη χάραξη πολιτικής παράγοντες. Παρότι όλα τα συστημικά ή μη ακραία πολιτικά κόμματα υπερψήφισαν αυτές τις συμφωνίες, η μηδαμινή προσοχή που δίνεται στις πολιτικές ελεύθερου εμπορίου ως μέρος των διεθνών συμφωνιών στην ελληνική πολιτική αρένα καθιστά μεγαλύτερη την πρόκληση της εξαγωγής συμπερασμάτων ως προς τις θέσεις κάθε κόμματος πάνω στο ελεύθερο εμπόριο.
Η εξέταση της γενικής συμπεριφοράς κατά τις ψηφοφορίες για τις διεθνείς συμφωνίες στην ελληνική Βουλή αποκαλύπτει πως τα κόμματα της άκρας δεξιάς και της άκρας αριστεράς αντιτίθενται σε αυτές, αλλά δεν μας επιτρέπει να προβλέψουμε τι μπορεί να υποστηρίζουν τα υπόλοιπα κόμματα. Παρόλο που φαίνεται ότι τα κόμματα που θεωρείται πως υιοθετούν έναν πιο λαϊκιστικό πολιτικό λόγο είναι πιο πιθανό να καταψηφίσουν τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου, τα συστημικά κόμματα υποστηρίζουν επίσης τον προστατευτισμό, ιδίως όταν τα ωθεί προς αυτήν την κατεύθυνση ο πολιτικός ανταγωνισμός. Τα κυβερνητικά κόμματα συναντούν περισσότερους περιορισμούς σε όρους δημόσιας πολιτικής, κυρίως λόγω της διεθνούς συνεργασίας με άλλους φορείς που χρειάζεται η χώρα στη σημερινή εποχή της παγκοσμιοποίησης.
Παρά την ιδεολογική ετερογένεια των ελληνικών πολιτικών κομμάτων, η συμπεριφορά τους κατά τις ψηφοφορίες μοιάζει σχετικά παρόμοια όσον αφορά τις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου που ψηφίζονται στη Βουλή των Ελλήνων. Πέρα από την ακροδεξιά Χρυσή Αυγή και το ακροαριστερό Κομμουνιστικό Κόμμα, όλα τα άλλα έξι κόμματα υπερψήφισαν κάθε Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου. Η σημαντικότερη παράμετρος της υπερψήφισης ή καταψήφισης μιας διεθνούς συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου φαίνεται πως είναι το αν ένα κόμμα ανήκει σε κυβερνητικό συνασπισμό ή εάν έχει κυβερνήσει κατά το παρελθόν.
Παρόλο που η μεθοδολογική προσέγγιση του Δείκτη Απολυταρχικού Λαϊκισμού του Timbro φαίνεται να είναι ένας ικανός ερμηνευτικός παράγοντας όσο αφορά τη συνολική συμπεριφορά των ελληνικών πολιτικών κομμάτων κατά τις ψηφοφορίες, μοιάζει να έχει περιορισμένη ερμηνευτική επάρκεια στην περίπτωση υπερψήφισης ή καταψήφισης των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου που εξετάζονται. Τα πιθανά αίτια που τα πολιτικά κόμματα της τρέχουσας κοινοβουλευτικής περιόδου αντιτίθενται στις Συμφωνίες Ελεύθερου Εμπορίου περιλαμβάνουν περιβαλλοντικές ανησυχίες και την προστασία των εγχώριων επιχειρήσεων από το διεθνή ανταγωνισμό.
Η σύνδεση μεταξύ των ελληνικών πολιτικών κομμάτων και ομάδων συμφερόντων που αντιτίθενται σε εμπορικές συμφωνίες, με τη μορφή εγχώριων πελατειακών σχέσεων που επηρεάζουν τη χάραξη πολιτικής καθώς και ο πολιτικός ανταγωνισμός μέσα στα ίδια τα κόμματα αλλά και ανάμεσά τους μπορεί να έχει αρνητικές συνέπειες στην προώθηση πολιτικών ελεύθερου εμπορίου.
Υποσημειώσεις:
4. Βουλή των Ελλήνων, Σύνταγμα (https://www.hellenicparliament.gr/en/Vouli-ton-Ellinon/To-Politevma/Syntagma/)
5. Κανονινσμός της Βουλής των Ελλήνων (https://www.hellenicparliament.gr/en/Vouli-ton-Ellinon/Kanonismos-tis-Voulis/article-112/)
6. Σύμφωνα με τους λόγους των Βουλευτών στην επιτροπή για την αναθεώρηση του Συντάγματος, στην οποίαν εισήχθη η σχετική ερμηνευτική δήλωση (https://www.hellenicparliament.gr/Praktika/Anatheoriseis-Syntagmatos?sessionRecord=50d7dfeb-f7ab-40-89b7-9e3d5ab69197)
8. Πρέπει να σημειωθεί πως η ΔΗΜΑΡ συμμετείχε στον κυβερνητικό συνασπισμό της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ για την πρώτη χρονιά από τον Ιούνιο του 2012 έως τον Ιούνιο του 2013
9. Ο ΣΥΡΙΖΑ χρησιμοποίησε διαφορετικό δημόσιο λόγο ανάλογα με το κοινό με το οποίο επικοινωνούσε το κόμμα. Για το εσωτερικό του κοινό, ο ΣΥΡΙΖΑ προέβαλλε τις ριζοσπαστικές αριστερές του απόψεις, ενώ στο εξωτερικό υπήρξε πολύ πιο συναινετικός (Ασλανίδης & Kaltwasser 2016 σ. 1083-85).
10. Σύμφωνα με την ποσοτική ανάλυση του πολιτικού λόγου από τον συγγραφέα.
11. Βλ για παράδειγμα την Κύρωση του Μνημονίου Συνεργασίας ανάμεσα στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ελληνικής Δημοκρατίας και στο Υπουργείο Εξωτερικών της Δημοκρατίας της Αλβανίας πάνω στην επιτάχυνση της διαδικασίας ένταξης της Δημοκρατίας της Αλβανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ν 4543/2018) ή το Πρωτόκολλο για την Ένταξη της Βόρειας Μακεδονίας στη Βορειοατλαντική Συμμαχία (Ν 2593/2018).
12. Κύρωση της Εμπορικής Συμφωνίας μεταξύ της ΕΕ και της Κολομβίας & του Περού (https://watch.gr/votewatch/voting/3eeebb55-1ed-472e-9fa2-d7c7a214e87f#analysis)
13. Γιώργος Σταθάκης, βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ, λόγοι στην ελληνική Βουλή πάνω σε Α) την Κύρωση της Συμφωνίας Αερομεταφορών ανάμεσα στις ΗΠΑ, ως πρώτο μέρος· την ΕΕ και τα κράτη-μέλη της, ως δεύτερο μέρος· την Ισλανδία ως τρίτο μέρος· και το Βασίλειο της Νορβηγίας, ως τέταρτο μέρος Β) Κύρωση της Συμπληρωματικής Συμφωνίας Αερομεταφορών μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών-μελών της, ως πρώτο μέρος· της Ισλανδίας, ως δεύτερο μέρος· και του Βασιλείου της Νορβηγίας, ως τρίτο μέρος πάνω στην εφαρμογή της Συμφωνίας Αερομεταφορών μεταξύ των ΗΠΑ, ως πρώτο μέρος· την ΕΕ και τα κράτη-μέλη της, ως δεύτερο μέρος· την Ισλανδία ως τρίτο μέρος· και το Βασίλειο της Νορβηγίας, ως τέταρτο μέρος (Ν 4222/2013). https://www.hellenicparliament.gr/Praktika/Synedriaseis-Olomeleias?sessionRecord=be1e84ea-84f5-4b02-8a92-b2aae7c667c0.
14. Εκδήλωση Συζήτησης, σύνδεσμος: https://kinimaallagis.gr/%ce%b4%ce%b9%ce%b1%ce%b4%ce%b9%ce%ba%cf%84%cf%85%ce%b1%ce%ba%ce%ae-%ce%b5%ce%ba%ce%b4%ce%ae%ce%bb%cf%89%cf%83%ce%b7-%cf%84%ce%bf-%ce%b4%ce%b9%ce%b5%ce%b8%ce%bd%ce%ad%cf%82-%ce%b5%ce%bc%cf%80/
15. Ανακοίνωση Τύπου για τη δημοσίευση των στοιχείων της ΕΛΣΤΑΤ αναφορικά με τον τον κύκλο εργασιών το τρίτο τρίμηνο του 2020 (https://elliniki-lisi.gr/amakoinosi-typou-gia-tin-dmosiefsi-ton-stoicheion-tis-elstat-anaforika-me-ton-kyklo-ergasion-to-trito-trimino-2020).
16. Γιάνης Βαρουφάκης – “ΕΝΑ ΑΛΛΟ ΤΩΡΑ”: Ο καπιταλισμός δεν δουλεύει. Ορίστε μια εναλλακτική πρόταση” ΜεΡΑ 25, 26 Σεπτεμβρίου 2020 https://mera25.gr/gianis-varoufakis-ena-allo-tora-o-kapitalismos-den-doulevei-oriste-mia-enallaktiki-protasi?)
17. “Πράσινο Νιου Ντηλ”, Μέρα25, (https://mera25.gr/green-new-deal/)
Σημείωση: Από τις συμφωνίες που εξετάζονται (Πίνακας 1), η Συμφωνία Σύνδεσης μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των κρατών μελών της και της Κεντρικής Αμερικής, που συνάφθηκε το 2012 σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρώθηκε στην Ελληνική Βουλή στις 07 Ιουλίου 2020 από την κυβερνητική πλειοψηφία της Νέας Δημοκρατίας. Από τα κόμματα της αντιπολίτευσης την Συμφωνία υπερψήφισαν ο ΣΥΡΙΖΑ, το Κίνημα Αλλαγής και το ΜέΡΑ25, ενώ καταψήφισαν το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας και η Ελληνική Λύση. Καθώς τα δεδομένα που περιλαμβάνονται στη μελέτη είχαν συλλεγεί πριν από αυτήν την περίοδο, δεν έχουν συμπεριληφθεί στην παρούσα έκθεση.
Σχετικά άρθρα