Εικόνα: Σε γκραβούρα της εποχής βλέπουμε τον Καρλ Σαντ στο ικρίωμα, λίγο πριν από την εκτέλεσή του με αποκεφαλισμό.
Του Αριστείδη Χατζή*
Στις 23 Μαρτίου 1819, ο 24χρονος Γερμανός φοιτητής Καρλ Σαντ δολοφόνησε στο σπίτι του στο Μάνχαϊμ τον διανοούμενο Αουγκουστ Κότσεμπου. Ο 58χρονος Κότσεμπου ήταν γνωστός συγγραφέας και γενικός πρόξενος της Ρωσίας. Ομως, καθώς ο Σαντ του έμπηγε το μαχαίρι στο στήθος και στο πρόσωπο, ούρλιαζε: «Αυτό είναι για σένα, προδότη της πατρίδας». Οταν ο δολοφόνος διαπίστωσε ότι τον κοιτούσε κλαίγοντας ο τετράχρονος γιος του θύματος, συγκλονισμένος προσπάθησε να αυτοκτονήσει χώνοντας το μαχαίρι στη δική του κοιλιά. Βγήκε πληγωμένος από το δωμάτιο, γλίστρησε στις σκάλες, έφτασε στον δρόμο, γονάτισε, ευχαρίστησε τον Θεό, ξαναχτυπήθηκε με το μαχαίρι και λιποθύμησε. Δυστυχώς γι’ αυτόν, επέζησε. Συνελήφθη, καταδικάστηκε σε θάνατο και εκτελέστηκε στις 5 Μαΐου 1820 με δημόσιο αποκεφαλισμό. Αυτή η δολοφονία, όμως, είχε και ελληνικές διαστάσεις. Περισσότερες από όσες γνωρίζουμε.
Κατ’ αρχάς, ο Κότσεμπου δολοφονήθηκε εξαιτίας των θέσεων που είχε εκφράσει ο πολύ συντηρητικός Αλέξανδρος Στούρτζας, σε φυλλάδιο που είχε κυκλοφορήσει τον προηγούμενο χρόνο, και το οποίο περιείχε μια σκληρότατη επίθεση στα γερμανικά πανεπιστήμια. Ο Στούρτζας ισχυριζόταν ότι τα πανεπιστήμια είναι υπολείμματα του Μεσαίωνα, δεν έχουν πλέον καμία χρησιμότητα και πρέπει να αντικατασταθούν από επαγγελματικές σχολές. Εγινε στόχος του γερμανικού Τύπου και ο Κότσεμπου τον υπερασπίστηκε ζητώντας ρητά να καταργηθεί η ακαδημαϊκή ελευθερία. Ο Σαντ εξαγριώθηκε όταν διάβασε το κείμενο του Κότσεμπου και όχι τόσο εκείνο του Στούρτζα που άλλωστε δεν ήταν Γερμανός. Ενας στόχος του Κότσεμπου και του Στούρτζα ήταν οι γερμανικές φοιτητικές αδελφότητες που αποτελούσαν φυτώρια φιλελεύθερων και πατριωτικών ιδεών. Ο Σαντ ήταν μέλος της σημαντικότερης από αυτές, στο Πανεπιστήμιο της Ιένας. Εκτός από τον Στούρτζα (το σχέδιο δολοφονίας του οποίου απέτυχε γιατί πρόλαβε να διαφύγει στη Ρωσία) και τον Κότσεμπου υπήρχε άλλος ένας που τις θεωρούσε επικίνδυνες, ο καγκελάριος της Αυστρίας, Μέτερνιχ. Χρησιμοποίησε τη δολοφονία για να πιέσει τους Γερμανούς ηγεμόνες να υιοθετήσουν τα διαβόητα Διατάγματα του Κάρλσμπαντ, τον Αύγουστο του 1819. Με τα διατάγματα αυτά εντάθηκε η λογοκρισία στον γερμανικό Τύπο και ο έλεγχος των φοιτητικών αδελφοτήτων.
Η δολοφονία έκανε εμμέσως κακό στην Ελληνική Επανάσταση, διότι αποτέλεσε την αφορμή για την ολοκληρωτική στροφή του Ρώσου αυτοκράτορα κατά των επαναστάσεων και των φιλελεύθερων ιδεών. Δεν ήταν, βέβαια, το μόνο γεγονός που τον επηρέασε αλλά ήταν καθοριστικό. Εφτασε, ο Αλέξανδρος να πει στον Μέτερνιχ, στις 24 Οκτωβρίου 1820, στο περιθώριο του συνεδρίου του Τροπάου, «Είχατε δίκαιο σε όλα. Πείτε μου τι επιθυμείτε, τι θα θέλατε να κάνω και θα το κάνω». Αυτό ήταν καταστροφικό για την ελληνική υπόθεση καθώς ο Τσάρος απομακρυνόταν από την επωφελή για τους Ελληνες επίδραση του Καποδίστρια και έπεφτε στα δίχτυα του Μέτερνιχ. Ο οποίος δεν είχε παρά να καθησυχάσει τον τρομοκρατημένο Αλέξανδρο, που ταύτιζε πλέον τον φιλελευθερισμό με τον διάβολο, με μια απλή λύση: «Νομοθετήστε κατά των φιλελεύθερων δολοφόνων».
Αλλά υπάρχει και μια τρίτη διάσταση της δολοφονίας που σχετίζεται με την Ελλάδα και παραμένει σχεδόν άγνωστη. Οταν οι Αρχές του Πανεπιστημίου της Ιένας άνοιξαν το δωμάτιο του Σαντ για να το ερευνήσουν, βρήκαν στο τραπέζι του δύο φακέλους. Ο ένας περιείχε μια ανοικτή επιστολή, έναν συνδυασμό προκήρυξης και σημειώματος αυτοκτονίας. Εκεί ο Σαντ δικαιολογούσε την «αυτοθυσία» του με τα εξής λόγια:
«Τόσο πολλοί Ελληνες έχουν θυσιαστεί ήδη για να απελευθερώσουν την πατρίδα τους από τον τουρκικό ζυγό και πέθαναν σχεδόν χωρίς κανένα αποτέλεσμα και χωρίς καμία ελπίδα. Κι όμως χιλιάδες νέοι μάρτυρες διατηρούν το κουράγιο τους και είναι έτοιμοι να θυσιαστούν με τη σειρά τους. Είναι δυνατόν εγώ να διστάσω να πεθάνω;»
Ακριβώς δύο χρόνια πριν από την Ελληνική Επανάσταση ο Σαντ αναφέρεται σε θυσίες Ελλήνων. Ποιους να εννοεί; Ο Ρήγας είχε εκτελεστεί πριν από 21 χρόνια, πιθανόν να είχε ακούσει κάτι γι’ αυτόν. Αλλά πιο εντυπωσιακή είναι η αναφορά του στους χιλιάδες υποψήφιους νέους μάρτυρες. Είναι δυνατόν να εννοεί τη Φιλική Εταιρεία; Είναι, μάλλον, απίθανο αλλά έχει ενδιαφέρον να δούμε ποιος μπορεί να ήταν αυτός (ή αυτοί) που του έδωσαν τις πληροφορίες. Θεωρώ ότι υπάρχουν κάποιες ενδείξεις πως ένας από τους Ελληνες που γνώρισε ο Σαντ ήταν, ίσως, ο Γεώργιος Ψύλλας που σπούδαζε τότε στην Ιένα ως υπότροφος της Φιλομούσου Εταιρείας.
Αμέσως μετά το συμβάν, οι Ελληνες υπότροφοι έλαβαν «μυστικήν διαταγήν» από τη Ρωξάνδρα Στούρτζα, αδελφή του Αλέξανδρου, στενή φίλη και συνεργάτιδα του Καποδίστρια (όπως και ο αδελφός της), να εγκαταλείψουν την Ιένα. Ο Ψύλλας και οι άλλοι υπότροφοι μετακινήθηκαν στο Πανεπιστήμιο του Γκέτινγκεν όπου συνέρρευσαν και άλλοι Ελληνες, όπως οι φιλελεύθεροι Αναστάσιος Πολυζωίδης και Θεόκλητος Φαρμακίδης. Ενα χρόνο μετά ήρθε νέα εντολή, και πάλι από τον Καποδίστρια, να μετακινηθούν στην Ιταλία. Σύμφωνα με τον Ψύλλα, «ελέγετο ότι ο ίδιος είχε διατάξει και την από Ιένης απομάκρυνσίν μας, όπως μη κατηγορείται προστατεύων νέους Ελληνας εν μέσω της δημοκρατικής αναρχίας». Ο Ψύλλας, αν και υπότροφος, αρνήθηκε να εγκαταλείψει τη Γερμανία για την Ιταλία («από ίππου εις όνον»). Εγραψε στον Καποδίστρια ζητώντας να παραμείνει και ακολούθησε τον Πολυζωίδη (που σπούδαζε με χρήματα της οικογένειάς του) στο Βερολίνο. Εκεί έμαθε τα νέα για την Επανάσταση, τα παράτησε όλα και κατέβηκε στην πατρίδα του, την Αθήνα.
Ο Ψύλλας στην Ιένα είχε παρακολουθήσει το περίφημο μάθημα σύγχρονης ιστορίας του Χάινριχ Λούντεν. Ο Λούντεν ήταν ένας φιλελεύθερος ιστορικός και Γερμανός πατριώτης, ένας από τους στόχους των διαταγμάτων του Κάρλσμπαντ. Το μάθημα που δίδασκε ήταν τόσο δημοφιλές, γράφει ο Ψύλλας, «ώστε εν τη αιθούση της παραδόσεως, αρκετά ευρυχώρου, δεν εχώρει το πλήθος των ακροατών, και διά τούτο η αυλή η περί την αίθουσαν και τα παράθυρα αυτής ήσαν πλήρη από ακροατάς». Ο Σαντ και ο Ψύλλας το παρακολούθησαν κατά το ίδιο ακαδημαϊκό έτος, όταν ο Λούντεν αφιέρωσε μέρος του μαθήματος για να ασκήσει σκληρή κριτική στον Κότσεμπου και τον Στούρτζα. Είναι πολύ πιθανό ο Ψύλλας, που έκανε πολύ περισσότερο παρέα με Γερμανούς φοιτητές απ’ ό,τι οι υπόλοιποι Ελληνες, να είχε γνωρίσει και τον Σαντ.
Μια τελευταία ένδειξη. Το 1824 κατεβαίνει στην Ελλάδα ο εκπρόσωπος του φιλελληνικού κομιτάτου του Λονδίνου, συνταγματάρχης Στάνχοπ, με σκοπό, μεταξύ των άλλων, τη διάδοση των φιλελεύθερων ιδεών μέσω της έκδοσης εφημερίδων. Στο Μεσολόγγι επιλέγει τον Ελβετό Ιάκωβο Μάγερ αφού τον εξετάσει. Ομως προτείνει ταυτόχρονα στον Ψύλλα, με επιστολή, να διευθύνει τη δεύτερη εφημερίδα («Εφημερίς Αθηνών»), πριν καν τον γνωρίσει και μάλιστα με μεγάλη αμοιβή! Οταν άλλοι Ελληνες λόγιοι διεκδικούν τη θέση, ο Στάνχοπ τους απορρίπτει γιατί ο Ψύλλας είναι «φίλος της ελευθερίας». Πώς τα γνωρίζει όλα αυτά για τον άσημο (για έναν Βρετανό αριστοκράτη) Ψύλλα; Ο Στάνχοπ κατέβηκε στην Ελλάδα μέσω Γερμανίας, Ελβετίας και Ιταλίας και εκεί συνάντησε άτομα που ήταν, όπως γράφει, «πολύ φιλελεύθεροι». Αρα μάλλον ήξερε ποιος είναι ο Ψύλλας και τον θεώρησε τον καταλληλότερο για τη θέση, που περιλάμβανε και συστηματική προπαγάνδα υπέρ των ριζοσπαστικών φιλελεύθερων ιδεών.
Βρείτε το άρθρο στην kathimerini.gr
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή, στις 06.09.2020 και αποτελεί το δέκατο τρίτο της σειράς άρθρων για την Επανάσταση του 1821, στο πλαίσιο της συνεργασίας του ΚΕΦίΜ με την εφημερίδα με αφορμή το εκπαιδευτικό προγράμμα : «Ελλάδα 2021: Διακόσια χρόνια από τη Φιλελεύθερη Επανάσταση». Μάθετε περισσότερα εδώ.
Σχετικά άρθρα